-
1 ὑπο-δέχομαι
ὑπο-δέχομαι (s. δέχομαι), in ion. Prosa ὑποδέ-κομαι, 1) aufnehmen; bes. gastlich aufnehmen, empfangen; ὁ δέ με πρόφρων ὑπέδεκτο Il. 9, 480, u. öfter; ὑπέδεξο Od. 14, 54; τὸν δ' οὐχ ὑποδέξομαι Il. 18, 59; auch πῶς γὰρ δὴ τὸν ξεῖνον ἐγὼν ὑποδέξομαι οἴκῳ, Od. 16, 70; Θέτις δ' ὑπεδέξατο κόλπῳ δειδιότα Il. 6, 136; ὑπέδεκτο μάντιν Pind. N. 10, 8; ξεῖνον P. 9, 9; Hes. Th. 513; ὑπόδεχϑε Callim. 4 (XII, 29); οἰκίοισι (σέ) ὑποδεξάμενος ἔχω Her. 1, 41, vgl. 44; u. Sp., wie Pol. 22, 26, 7. – Auch einen Gesandten od. Schutzsuchenden annehmen, Isocr. 4, 63 Thuc. 5, 83; auch ἱκέτας ὑποδεχϑείς, = ὑποδεξάμενος, Eur. Heracl. 757; ὃν ἀγοραῖς καὶ λιμέσι ὑποδέχεσϑαι χρὴ τοὺς ἄρχοντας Plat. Legg. XII, 952 c; πο-λίτας καὶ ξένους ὑποδέξασϑαι Men. 91 a, u. öfter; – Gehör geben, εὐχάς, die Gebete erhören, Hes. Th. 419; auch τὰς κατὰ τούτων διαβολάς, Lys. 25, 11; – den Feind in der Stadt aufnehmen, Dem. 1, 5; einen Verbannten, 50, 49. – Uebertr., πῆμα ὑπέδεκτό με, Leid nahm mich auf, Od. 14, 275; στυγερὸς κοῖτος ὑπεδέξατό τινα 22, 470; ὑποδέξασϑε δ' ὀπαδοὶ μέλος Aesch. Suppl. 1001, das Lied nehmet auf, um es fortzusetzen; ὡς ἀκλεής νιν δόξα πρὸς ἀνϑρώπων ὑποδέξεται Eur. Heracl. 624. – 2) übernehmen, versprechen; δεῖσαν δ' ὑποδέχϑαι Il. 7, 93; ὁ δέ οἱ πρόφρων ὑπέδεκτο Od. 2, 387; so oft Her., μεγάλα ὑποδεκόμε νον ἐλϑόντι 2, 121, 6, πάντα τὰ ὑπεδέξατο τῷ πα-τρί 3, 69, Δαρεῖος ὑποδεξάμενος ἐπετέλεε 3, 138; mit folgdm inf. fut., H. h. Cer. 443. 460; ὑπεδέκετο ταῦτα ποιήσειν Her. 8, 102, u. öfter; auch ὑμῖν ἐγὼ ὑποδέκομαι οὐ συμμίξειν τοὺς πολεμίους, 6, 11; auch πεντήκοντα τάλαντα ὑποδέδεκτο, sc. δώσειν αὐτῷ, 5, 51; ein Werk, eine Arbeit unternehmen, 9, 21. 22; selten c. inf. praes., ὃς ὑπεδέχετο τοῖς ἀκοντίζουσι τὰ ἀκόντια ἀναιρεῖσϑαι, Antiph. 3 γ 6; ὥςπερ ὑπεδέξω, wie du dich anheischig gemacht hast, Plat. Εryx. 396 e. – Dah. auch auf sich nehmen, ertragen, βίας ὑποδέγμενος ἀνδρῶν Od. 13, 310. 16, 189. – 3) annehmen, genehmigen, billigen, bejahen; ἐπυνϑάνετο, τίς εἴη ὁ Ἀρκεσίλεων ἀποκτείνας, οἱ δὲ Βαρκαῖοι αὐτοὶ ὑποδεκέατο Her. 4, 167, sie nahmen es auf sich, gestanden, daß sie es gewesen seien; εἰρώτα τὴν τέχνην εἰ ἐπίσταιτο· ὁ δ' οὐκ ὑπεδέκετο 3, 130, was 6, 69 dem ἀρνεῖσϑαι entspricht; ἀσμένως τοὺς λόγους 8, 106, die Bedingungen gern annehmen. – 4) aufnehmen, den Angriff des Feindes aushalten, Stand halten; Hes. Sc. 442; Her. 6, 104; Thuc. u. Xen. öfter; ähnl. χειμώνων ἐν τόποις ὑποδεξαμένης αὐτοὺς πολλῆς ῥύσεως ὕδατος Plat. Legg. XII, 944 b; Xen. Cyr. 1, 6, 35; auch vom Jäger, das aufgejagte Wild auffangen, 2, 4, 20. – 5) vom Weibe, empfangen, schwanger werden, Xen. Mem. 2, 2, 5. – 6) dem Range nach folgen, Posidon. bei Ath. IV, 152 b; – auch von unmittelbarer Aufeinanderfolge in örtlicher Beziehung, an einander gränzen, τὸ πρὸς τὴν ἠῶ ϑάλασσα ὑποδέκεται καὶ τενάγεα Her. 7, 176.
-
2 πέμπω
Aπέμπεσκε Hdt.7.106
: [tense] fut.πέμψω Od.5.167
, etc.; [dialect] Dor.πεμψῶ Theoc.5.141
; [dialect] Ep.inf.πεμψέμεναι Od.10.484
: [tense] aor. ἔπεμψα, [dialect] Ep.πέμψα Il.1.442
, 21.43, etc.: [tense] pf.πέπομφα Th.7.12
, X.Cyr.6.2.10, D.4.48 : [tense] plpf. ἐπεμπόμφει, [dialect] Ion. - εε, X.Cyr.6.2.9, Hdt.1.85 :—[voice] Med. (not in early Prose, exc. in compds. ἀπο-, μετα-, προ-πέμπομαι), [tense] fut. πέμψομαι only f.l. in E. Or. 111 : [tense] aor. :—[voice] Pass., [tense] fut.πεμφθήσομαι Str. 1.1.4
, Plu.Demetr.27 : [tense] aor.ἐπέμφθην Pi.N.3.59
, S.El. 1163, etc.: [ per.] 3sg.[tense] pf. , ([etym.] προ-) Th.7.77; part.πεπεμμένος D.23.159
, Luc. Alex.32, D.C.50.13: [tense] plpf.ἐπέπεμπτο Id.36.18
, ([etym.] προὐπ-) Th.8.79 (cj.):— send, freq. of persons, as messengers, spies, etc., Il.3.116, A.Th.37, Hdt.7.15, etc.; of troops, A.Pers.34 (anap.), Th. 470 : c. dupl. acc., ὁδὸν π. τινά send one on a journey, S.Aj. 739, cf.El. 1163 ([voice] Pass.); also of things,πέμψω δέ τοι οὖρον ὄπισθεν Od.5.167
, etc.; π. γράμματα, ἐπιστολήν, Pl.Ep. 310d, 323b; in letters, in the epistolary aorist, Th.1.129, X. An.1.9.25, LXX2 Es.4.14; π. κακόν τινι send one evil, Il.15.109;π. παραβᾶσιν Ἐρινύν A.Ag.59
(anap.); ποινάς, ζημίαν, Id.Eu. 203 (dub.), E.Fr. 506;ψόφον π. ἔσω Id.IT 1308
; ὕπνον, ὀνείρατα, S.Ph.19, El. 460; freq. of omens, π.οἰωνόν, τέρατα, Il.24.310, X.Mem. 1.4.15, cf. Smp. 4.48; ; alsoἱκεσίους π. λιτάς Id.Ph. 495
; π. ἀρωγάς, ἀλκάν, A.Eu. 598, S. OT 189(lyr.):—Constr.:1 c. acc. of place to which, π. τινὰ Θήβας, ἀγρούς, Id.OC 1770 (anap.), OT 761 : also c. dat., (anap.): but usu. with Preps., ἐς Τροίην, φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν, etc., Il.6.207, Od.5.37, etc.;π. εἰς Ἀΐδαο Il.21.48
;δόμον Ἄϊδος εἴσω Od.9.524
; π. εἰς διδασκάλων send to school, Pl.Prt. 325d (so πέμπειν alone, Ar.Fr. 216); π. ἐπ' εὐρέα νῶτα θαλάσσης over.., Od.4.560, etc. ; π.ἐπὶ Θρῃκῶν ἵππους to them, Il.10.464; but πέμπειν ἐπί τι send for a purpose,ἐπ' ὕδωρ Hdt.5.12
;ἐπὶκατασκοπήν X. Cyr.6.2.9
(π. εἰς κ. S.Ph.45);π. ἀρωγὴν ἐπὶ νίκην A.Ch. 477
codd. (anap.); π. ἐπί τινι send to him, Il.2.6; against.., A.Ag. 61 (anap.), etc.; for a purpose,ἐπὶ πολέμῳ X. HG4.8.17
; περί τινος about something, Th.1.91, X.Cyr.6.2.10; ὑπέρ τινος Epist. Philipp. ap.D.12.12; παρά or πρός τινα to some one, Th.2.81, X.An.5.2.6;ὥς τινα Th.8.50
.2 folld. by Advbs., οἴκαδε, οἶκόνδε, Od.19.281, 24.418;ὅνδε δόμονδε Il.16.445
;θύραζε Od.9.461
;πόλεμόνδε Il. 18.452
, etc.; ἕταρον γὰρ.. πέμπ' Ἄϊδόσδε was conducting or convoying Patroclus to Hades, 23.137.3 folld. by inf. of purpose,τὴν.. ἅρμασι π. νέεσθαι Od.4.8
;ἕπεσθαι Il.16.575
;ἰέναι Od.14.396
;ἱκανέμεν 4.29
;ἄγειν 24.419
;φέρειν Il.16.454
; φέρεσθαι ib. 681 ; ; send word,πέμπεις.. σῇ δάμαρτι, παῖδα σὴν δεῦρ' ἀποστέλλειν E.IA 360
; πέμπουσιν οἱ ἔφοροι.. στρατεύεσθαι sent him orders to march, X.HG3.1.7 : also c. part.,κήρυκας π. ἀγγέλλοντας IG 12.76.22
: the place from which is expressed by ἀπό or ἐκ, Il.16.447, Od.11.635, etc.4 abs., ;πέμπει κελεύων Th.1.91
, 2.81;ἐκέλευε.. πέμπων X. An.2.3.1
;ἔπεμπε πρὸς Κῦρον δεόμενος Id.Cyr.1.5.4
;ἔπεμπον ἐρωτῶντες Id.An.6.6.4
, etc.5 send forward, nominate a person for a post, ὀνόματα Wilcken Chr.28.20 (ii A.D.) :—[voice] Pass., ib.392.7 (ii A.D.).II send forth or away, dismiss, send home,τὸν ξεῖνον Od.7.227
, al.: less freq. in Il., as 24.780; χρὴ ξεῖνον παρεόντα φιλεῖν, ἐθέλοντα δὲ πέμπειν 'welcome the coming, speed the parting guest', Od.15.74 ;ὑπέδεκτο καὶ πέμπε 23.315
; of the father who sends off his daughter to go to her husband, c. dat., 4.5 ;π. τινὰ ἄποικον S.OT 1518
, etc.2 of missiles, discharge, shoot, : metaph.,ὄμματος.. τόξευμα A. Supp. 1005
: abs.,οἱ πολλάκις πέμποντες ἔστιν ὅτε τυγχάνουσι τοῦ σκοποῦ Eun. VS p.495
B.III conduct, escort, Il.1.390, Od.14.336, S.Tr. 571, etc.; freq. of Hermes and other gods, Od.11.626, A. Eu. 12, Supp. 219; ὁ πέμπων abs., of Hermes, S. Ph. 133 (cf.πομπός, πομπαῖος, etc.); of a ship, convey, carry, Od.8.556, cf. A.Supp. 136(lyr.); (lyr.), cf. Pi.P.4.203 ([voice] Pass.).2 πομπὴν π. conduct, or take part in, a procession, Hdt.5.56, Ar. Ec. 757, Th.6.56, Lys. 13.80, D.4.26, etc.; π. χορούς move in dancing procession, E.El. 434(lyr.); Παναθήναια π. Men. 494, Philostr. VA4.22 :—[voice] Pass., φαλλὸς Διονύσῳ πεμπόμενος carried in procession in his honour, Hdt.2.49, cf. Plu.Aem. 32, Demetr.12;τῆς πομπῆς ὅπως ἂν ὡς κάλλισταπεμφθῇ IG12.84.27
;χορὸς ὁ εἰς Δῆλον πεμπόμενος X. Mem.3.3.12
.IV send as a present, εἵματα, σῖτον, Od. 16.83,4.623; π. δῶρα, σκῦλα, ξένια, Hdt.7.106 ([voice] Act. and [voice] Pass.), S.Ph. 1429, X.Cyr.3.1.42.B [voice] Med., πέμπεσθαί τινα send for one, S.OC 602, ubiv. Sch.; τί χρῆμ' ἐπέμψω τὸν ἐμὸν ἐκ δόμων πόδα; E.Hec. 977. -
3 τῑμάω
τῑμάω, fut. pass. ist gew, τιμήσομαι, H. h. Apoll. 485 Soph. Ant. 210 Thuc. 2, 87 und sonst, vgl. Piers. Moer. 367, seltener ist τιμηϑήσομαι, Thuc. 6, 80 und Dem. 19, 223; Xen. Cyr. 8, 7, 15 ist das einzige Beispiel, wo τιμήσομαι akt. Bdtg hat, wenn da nicht zu ändern ist; – 1) werth achten, schätzen, ehren, ehrerbietig behandeln; Hom.; von der Ehrerbietung der Menschen gegen die Götter, Eltern, Vornehmen oder gegen Andere, gegen welche ein Pflichtverhältniß stattfindet: οἵ κέ ἑ δωτίνῃσι ϑεὸν ἃς τιμήσουσιν, Il. 9, 155; Od. 5, 36; oft auch med., οἳ δή μιν πέρι κῆρι ϑεὸν ἃς τιμήσαντο Od. 19, 280, τὸν ξεῖνον ἐτιμήσασϑ' ἐνὶ οἴκῳ 20, 129; u. pass., τίη δὴ νῶϊ τετιμήμεσϑα μάλιστα ἕδρῃ τε κρέασίν τε Il. 12, 310, warum sind wir durch einen Ehrenplatz u. s. w. geehrt, σκήπτρῳ μέν τοι δῶκε τετιμῆσϑαι περὶ πάντων 9, 38; – auch von dem Benehmen der Eltern gegen die Kinder, lieb u. werth halten, Od. 14, 203. 15, 365, Hes. Th. 532; und der Götter gegen die Menschen, welche sie ehren, oder denen sie Ehre bei andern Menschen verleihen: ἔτι καὶ νῦν ἀϑάνατοι τιμῶσι παλαιοτέρους ἀνϑρώπους, Il. 23, 788; Ζεύς μιν τίμα καὶ κύδαινε, 15, 612, vgl. 17, 99; Od. 3, 379; Hes. Th. 81 Sc. 104; – τιμῆς τετιμῆσϑαι, einer Ehre werth gehalten werden, Il. 23, 649. – So auch Pind. und Tragg.: ἐξόχως τίμασεν, Ol. 9, 69; τετίμαται φίλος, I. 3, 77; ἐν μάχαις τιμώμενος, Ol. 2, 45; δαιμόνων τιμᾶν γένος, Aesch. Spt. 218; ἀλλ' ὃν πόλις στυγεῖ, σὺ τιμήσεις τάφῳ, 1037; öfter pass., χάρις τιμήσεται Διός, Ag. 567; ἢ τοὺς κακοὺς τιμῶντας εἰςορᾷς ϑεούς; Soph. Ant. 288; τὸν φίλον τιμῶσιν ἐξ ἴσου πατρί; 640; ὦ γῆς μέγιστα τιμώμενοι, O. R. 1223; ὅςτις τιμᾷ μητέρα, Eur. Or. 1606; τί τὴν τυραννίδα τιμᾷς ὑπέρφευ; Phoen. 550, u. öfter; u. in Prosa überall: πᾶς τιμάτω τοὺς αὑτοῦ γεννήτορας, Plat. Legg. XI, 932 a; Ggstz ἀτιμάζω, Phaed. 64 d; τιμῶν καὶ σεβόμενος, Legg. V, 729 c; ὡς τιμήσων τε καὶ ὀργιάσων, Phaedr. 252 d. – Durch ein Ehrengeschenk auszeichnen oder belohnen. Dem. oft; vgl. Wolf Lpt. 233; δώροις καὶ τιμαῖς πρεπούσαις τιμηϑείς, Plat. Legg. XII, 933 d; τιμᾶν καὶ κοσμεῖν, Xen. Cyr. 1, 3, 3. – Von Sachen, schätzen, werth halten; H. h. 24, 6; τίμα ὕμνου τεϑμόν, Pind. Ol. 7, 88; u. in Prosa, μαϑήματα τιμῶν, Plat. Rep. IX, 591 c. – 2) schätzen, abschätzen, den Werth bestimmen, taxiren; ἐτιμήσαντο τὰς οἰκίας, Pol. 2, 62, 7; Dem. ὅτι αὐτῆς εἴη ἐντῇ προικὶ τετιμημένα, in der Mitgift anstatt baares Geldes angeschlagen, 47, 57; c. gen., wie hoch, D. Sic. 12, 28; πλοῖα τετιμημένα χρημάτων, Thuc. 4, 26; auch im med., πολλοῠ τιμᾶσϑαι, hoch schätzen, Her. 3, 154; πρὸ παντὸς ἂν ἐτιμήσασϑε, Thuc. 3, 40, πολλοῦ τιμῶμαι τὴν παρὰ σοὶ κατάκλισιν, Plat. Conv. 174 d; οὐ πρό γε τῆς ἀληϑείας τιμητέος ἀνήρ, Rep. X, 595 e. – Vom Census des Vermögens, τετιμῆσϑαι ἕκαστον τὴν οὐσίαν χρεών, Plat. Legg. XII, 955 d; ὑπὸ τὰς τετρακοσίας δραχμὰς τετιμημένοι, Pol. 6, 19, 2; μείζονος τιμᾶσϑαι, höher schätzen, Xen. Cyr. 2, 1, 13. – Vom Richter gebraucht, der den Angeklagten einer Buße werth schätzt und diese bestimmt, eine Geldstrafe bestimmen, dazu verurtheilen; τιμάτω τὸ δικαστήριον, ὅ τι ἂν δέῃ πάσχειν ἢ ἀποτίνειν τὸν ἡττηϑέντα, Plat. Legg. VIII, 843 b; τὴν ἀξίαν τῆς βλάβης, IX, 879 b; τινί τινος oder τινά τινος, εἰ μὴ τοσούτου βούλεσϑέ μοι τιμῆσαι, Plat. Apol. 38 b, vgl. 37 c; Legg. IX, 880 c; pass. mit doppeltem gen, ἀργυρίου τιμηϑῆναι τῆς ὕβρεως, an Geld gestraft werden wegen thätlicher Mißhandlungen, Dem. 21, 47; τιμηϑῆναι ϑανάτου, 24, 103, vgl. 63, u. sonst; καταψηφίσασϑαι καὶ τιμᾶν αὐτῷ τῶν ἐσχάτων, Dem. 21, 102; Sp., οὐκ ἀπέκτεινε μὲν αὐτοὺς καίπερ καὶ τούτου τινῶν αὐτοῖς τιμησάντων, D. Cass. 44, 10; τιμᾶν περί τινος, über Einen richterlich erkennen, Dem. 21, 47; τὴν μακρὰν τιμᾶν τινι, Einen durch den langen Strich auf der Stimmtafel verurtheilen, Ar. Vesp. 106. – Med. in Strafe antragen, τιμᾶσϑαί τινι τὴν δίκην δεσμοῠ, ἀργυρίου, ϑανάτου, τῶν ἐσχάτων, bei der Klage auf Gefängnißstrafe, Geldstrafe, Todesstrafe gegen den Beklagten antragen, Plat. Apol. 36 b Gorg. 486 b Crit. 52 c; auch mit dem bloßen gen., τετιμημένος ἑαυτῷ ϑανάτου, Din. 1, 1; ἐτιμήσατο ὁ πάππ ος διακοσίων ταλάντων, Lys. 19, 48; τιμᾶσϑαί τινα, gegen Einen einen Strafantrag stellen, Plat. Legg. XII, 954 b; auch vom Verklagten, τούτου τιμῶμαι, ἐν πρυτανείῳ σιτήσεως, Apol. 37 a; Dem. συνεχώρουν ὅσουπερ αὐτοὶ ἐτιμῶντο, 53, 18; ἐγὼ πάσχειν ὁτιοῦν τιμῶμαι, 8, 24.
-
4 βέλος
βέλος ( βαλεῖν, Umlaut ε für ᾰ), τό, Wurfgeschoß, πᾶν τὸ βαλλόμενον; Hom. Iliad 11. 657 ὅσσοι δὴ βέλεσιν βεβλήαται; 11, 380 βέβληαι, οὐδ' ἅλιον βέλος ἔκφυγεν; 12, 458 ἐρεισάμενος βάλε μέσσας, εὖ διαβάς, ἵνα μή οἱ ἀφαυρότερον βέλος εἴη; Odyss. 16, 277 ἤν περ καὶ διὰ δῶμα ποδῶν ἕλκωσι ϑύραζε ἢ βέλεσιν βάλλωσι; Odyss. 20, 305 οὐκ ἔβαλες τὸν ξεῖνον· ἀλεύατο γὰρ βέλος αὐτός; 9, 495 πόντονδε βαλὼν βέλος; öfters Pfeile, geschleuderte Lanzen, Wurfspieße; Odyss. 17, 464 ist βέλος ein geschleuderter Schemel, 20, 305 ein geschleuderter Ochsenfuß, 9, 495 ein geschleuderter Felsblock, Iliad. 12, 458 ein geschleuderter Stein, Scholl. Aristonic. ἡ διπλῆ, ὅτι πᾶν τὸ βαλλόμενον βέλος λέγει, καὶ νῦν τὸν λίϑον; Apollon. Lex. Homer. p. 51, 8 βέλος πᾶν τὸ βαλλόμενον, κἂν λίϑος εἴη· »ὡς καὶ νῦν πόντοιο δὲ βαλὼν βέλοςἤγαγε νῆα (Od. 9, 495)«. Homerisch Xen. An. 5, 2, 14 καὶ τὰ βέλη ὁμοῦ ἐφέρετο, λόγχαι, τοξεύματα, σφενδόναι καὶ πλεῖστοι δ' ἐκ τῶν χειρῶν λίϑοι· ἦσαν δὲ οἳ καὶ πῦρ προςέφερον. Ὑπὸ δὲ τοῦ πλήϑους τῶν βελῶν ἔλιπον οἱ πολέμιοι τά τε σταυρώματα καὶ τὰς τύρσεις. Bei Sp. auch alle von Wurfmaschinen geschleuderten Geschosse. Hom. Iliad. 4, 465 ἕλκε δ' ὑπὲκ βελέων, aus dem Bereich der Geschosse; 11, 163 Έκτορα δ' ἐκ βελέων ὕπαγε Ζεὺς ἔκ τε κονίης ἔκ τ' ἀνδροκτασίης ἔκ ϑ' αἵματος ἔκ τε κυδοιμοῠ; ἔξω βελῶν Xen. Cyr. 3, 3, 69; ἐκτὸς βέλους Luc. Qu. Hist. 4; ἐντὸς βέλους Pol. 8, 7. – Unhomerisch, katachrestisch = das Schwert, Soph. Ai. 658; ὀξύϑηκτον Eur. El. 1159; Ar. Ach. 345. – Διὸς βέλεα, die Blitze, Pind. N. 10, 8; πυρπάλαμον β. Ol. 11, 84; öfter; Ζηνὸς ἄγρυπνον Aesch. Prom. 358; πυρπνόον 919; κεραυνοῦ 435; Soph., z. B. Tr. 1087; Eur.; Ar. Av. 1712; vom Sturm Aesch. Prom. 371; βέλος ἐνέσκηψε ϑεός Her. 4, 79. – Uebertragen, von Geburtswehen, Hom. Iliad. 11, 269 ὡς δ' ὅτ' ἂν ὠδίνουσαν ἔχῃ βέλος ὀξὺ γυναῖκα, δριμύ, τό τε προϊεῖσι μογοστόκοι εἰλεί ϑυιαι; Theocrit. 27, 27 ὠδίνειν τρομέω· χαλεπὸν βέλος Εἰλειϑυίας; vgl. Opp. H. 1, 591. Vom Tode, Zenodots Lesart Iliad. 11, 451 φϑῆ σε βέλος ϑανάτοιο κιχήμενον, οὐδ' ὑπάλυξας, Aristarch τέλος ϑανάτοιο; vgl. 11, 439 γνῶ δ' Ὀδυσεὺς ὅ οἱ οὔ τι τέλος κατακαίριον ἦλϑεν, wo Zenodot ebenfalls βέλος las, s. Scholl. Aristonic. und Didym. zu beiden Stellen. Ferner übertragen von allem, was einen plötzlichen Ein druck, bes. einen schmerzhaften auf das Gemüth macht, ἄτλατον β. ἔπληξε γυναῖκας Pind. N. 1, 48; ἱμέρου Aesch. Prom. 652; φίλοικτον Ag. 232; μαλϑακὸν ὀμμάτων 722; von verwundenden Worten, Eum. 646; Plat. Phil. 23 b Conv. 219 b. – Ein Paar Stellen sind im Hom., wo Aristarch βέλος = Wu nde nahm: Iliad. 8, 513 ἀλλ' ὥς τις τούτων γε βέλος καὶ οἴκοϑι πέσσῃ, βλήμενος ἢ ἰῷ ἢ ἔγχεϊ ὀξυόεντι, Scholl. Aristonic. ἡ διπλῆ, ὅτι βέλος εἴρηκε τὸ τρῶμα ὁμωνύμως τῷ τιτρώσκοντι; 14, 439 βέλος δ' ἔτι ϑυμὸν ἐδάμνα, Scholl. Aristonic. ὅτι βέλος τὸν βεβλημένον τόπον. Vgl. Lehrs Aristarch. p. 70. Bei Aristaenet. βέλος καρδίας.
-
5 λυμαίνομαι
λῡμαίνομαι (A), ( λῦμα A)------------------------------------Aλῡμᾰνοῦμαι Isoc.11.49
, D.24.1, etc.: [tense] aor.ἐλῡμηνάμην Hp.VM20
(v.l. - αίνετο), Hdt.8.28, E.Andr. 719, Isoc.20.12, etc.: also with pass. forms, part. : [tense] pf. λελύμασμαι ([ per.] 3sg.λελύμανται D.9.36
, 21.173); part. - ασμένος X.HG7.5.18, D.45.27; inf.λελυμάνθαι Id.20.142
, PPetr.3p.57 (iii B. C.): cf. διαλυμαίνομαι: some of these forms are also used in pass. sense, v. infr. 11: ([etym.] λύμη):—outrage, maltreat, esp. of personal injuries, scourging, binding, etc. (cf. D.23.33), but also in moral sense:—Constr.:1 c. acc., outrage, maltreat,ὅτι τὸν ξεῖνον.. δήσας λυμαίνοιτο Hdt.5.33
;τὴν ἵππον ἐλυμήναντο ἀνηκέστως Id.8.28
;ὀργῇ χάριν δούς, ἥ σ' ἀεὶ λυμαίνεται S.OC 855
; λ. λέχη dishonour.., E.Ba. 354: c. acc. cogn. added,τοιαῦτα.. Σοφοκλέης λυμαίνεται.. ἐμὲ τὸν Τηρέα Ar.Av. 100
;λύμης ἥν μ' ἐλυμήνω πάρος E.Hel. 1099
; also in [dialect] Att. Prose,λ. νόμους Lys.30
. 26, cf. D.18.312; τὰς ῥήσεις ἃς ἐλυμαίνου the speeches you used to murder (as an actor), ib.267; later simply, harm, injure,βλασφημεῖν καὶ -εσθαι τὸν σοφόν Phld.Lib.p.10
O., cf. Ir.p.33 W.; of things, spoil, ruin,νοῦσος λ. τὸ σῶμα Hp.Morb.Sacr.11
, cf. VM6;τὰ -όμενα γαστέρας καὶ κεφαλὰς καὶ ψυχάς X.Mem.1.3.6
; ὀψοποιΐα λ. τὰ ὄψα ib.3.14.5;λ. τὴν οἰκίαν Is.6.18
;τοὺς χυλούς Thphr.CP6.17.5
;τὰ παρόντα Epicur. Sent.Vat.35
;θλίβει καὶ λ. τὸ μακάριον Arist.EN 1100b28
; λ. τοῦ ἀραχνίου spoil part of it, Id.HA 623a20.2 c. dat., inflict indignities or outrages upon,νεκρῷ Hdt.1.214
,9.79;μειρακίοις Ar.Nu. 928
(anap.);ἡ ὕβρις τοῖς ὅλοις πράγμασι λ. Isoc.20.9
;ἡ κακία λ. τοῖς ὅλοις D.18.303
;λ. τῇ καταστάσει X.HG2.3.26
; τῇ ἑαυτοῦ δόξῃ ib.7.5.18;πονηροὶ.. αὑτοῖς -αίνονται Epicur.Sent.Vat.53
;τοῖς.. προῃρημένοις POxy.1409.21
(iii A. D.).—The constr. with dat. is considered strictly [dialect] Att., Sch.Ar.Nu. 925; but X. almost always uses the acc., which is freq. also in the Oratt.; Pl. does not use the word at all.3 abs., cause ruin,ὅσα μετ' ἐλπίδων λυμαίνεται Th.5.103
;πᾶν τὸ λυμαινόμενόν ἐστιν ἔνδοθεν Men.540.3
; cause damage, IG5(2).6.16 (Tegea, iv B. C.); also, inflict punishment, ib. 5 (1). 1390.26 (Andania, i B. C.).4 c. dat. modi, λυμαίνεσθαι [τινα] λύμῃσι ἀνηκέστοισι treat with the worst ill-treatment, Hdt.6.12; γλῶτταν ἡδοναῖς λ. defile it, Ar.Eq. 1284.5 c. neut. Adj., τἆλλα πάντα λυμαίνεσθαι inflict all possible indignities, Hdt.3.16;αὐτῷ τάδ' ἄλλα Βάκχιος λ. E.Ba. 632
(troch.), cf. Ar.Av. 100 (supr.1.1).II [voice] Act. λυμαίνω, only late, Lib. Decl.13.6; but λυμαίνομαι is sts. [voice] Pass., ;ὑπὸ τοιούτων ἀνδρῶν λυμαίνεσθε Lys.28.14
;πλάστιγγι λυμανθὲν δέμας A.Ch. 290
;λελυμάνθαι D.20.142
;λελυμασμένος Paus.7.5.4
, 10.15.4;ἐλελύμαντο D.C.39.11
; cf. .Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > λυμαίνομαι
-
6 στυφελίζω
στυφελίζω, fut. στυφελίξω, schlagen, stoßen, drängen, treiben, treffen; Ἀπόλλων ἐστυφέλιξεν ἀσπίδα, χερμάδια ἀσπίδας ἐστυφέλιξε, Il. 5, 437. 16, 774; ἐγχείη στυφέλιξε μεμαῶτα, 7, 261. 12, 405; vom Winde, νέφεα, die Wolken jagen, verscheuchen, 11, 305; verdrängen, verjagen, τὸν ἐκ δαιτύος ἐστυφέλιξε, 22, 496; οὐδέ μιν ἐκτὸς ἀταρπιτοῠ ἐστυφέλιξεν, Od. 17, 234; ἐξ ἑδέων στυφελίξαι, Il. 1, 581; übh. Einen mißhandeln, hart behandeln mit Worten u. Thaten, μήτε τι τὸν ξεῖνον στυφελίζετε, Od. 18, 416. 20, 324, vgl. Il. 21, 380. 512, pass., ξείνους τε στυφελιζομένους, δμωάς τε γυναῖκας ῥυστάζοντας ἀεικελίως, Od. 16, 108. 20, 318; aor. dei Pind. frg. 247; vom Ares, Soph. Ant. 139; sp. D., wie Ap. Rh. 2, 273.
-
7 ΔΊω
ΔΊω, nur poet., ich fürchte, ich fliehe, ich treibe in die Flucht, scheuche, jage; verwandt δίεμαι, ἐνδίημι, δείδια δέδια, δείδω, δειδίσσομαι, διώκω (?), διερός (?), δέος, δειμός, δεῖμα, δειλός, δεινός; bei Homer δίω in den Formen δίον, δίες, δίε, δίωμαι, δίηται, δίωνται, δίοιτο, δίεσϑαι. – Das activum ist bei Homer transitiv treiben in der v. l. δίες Iliad. 22, 251 οὔ σ' ἔτι, Πηλέος υἱέ, φοβήσομαι, ὡς τὸ πάρος περ τρὶς περὶ ἄστυ μέγα Πριάμου δίον (δίες), οὐδέ ποτ' ἔτλην μεῖναι ἐπερχόμενον, Scholl. Didym. γράφεται καὶ δίες· καὶ οὕτως εἶχον αἱ χαριέστεραι (vgl. Sengebusch Homer. diss. 1 p. 197 sqq.), Scholl. Aristonic. ἡ διπλῆ, ὅτι τὸ δίον ἐδιώχϑην; also Aristarch las wenigstens in seiner zweiten, von Aristonicus erklärten Ausgabe (s. Sengebusch Homer. diss. 1 p. 34) δίον, intransitiv, fliehen; vgl. Scholl. Herodian. Iliad. 18, 584. 23, 475 Apollon. Lexic. p. 59, 7; Lehrs Aristarch. p. 59. 151. Ferner das activum intransitiv, in der Bedeutung fürchten, Iliad. 9, 433. 11, 557 περὶ γὰρ δίε νηυσὶν Ἀχαιῶν; 5, 566 περὶ γὰρ δίε ποιμένι λαῶν, μή τι πάϑοι, μέγα δέ σφας ἀποσφήλειε πόνοιο; Odyss. 22, 96 περὶ γὰρ δίε μή τις Ἀχαιῶν – ἐλάσειεν; Iliad. 17, 666 περὶ γὰρ δίε μή μιν Ἀχαιοὶ – λίποιεν. – Das medium, transitiv, treiben, scheuchen, verjagen: Iliad. 12, 276 αἴ κε Ζεὺς δώῃσιν Ὀλύμπιος ἀστεροπητὴς νεῖκος ἀπωσαμένους δηίους προτὶ ἄστυ δίεσϑαι; Odyss. 17, 398 ὃς τὸν ξεῖνον ἄνωγας ἀπὸ μεγάροιο δίεσϑαι μύϑῳ ἀναγκαίῳ; 20, 343 αἰδέομαι δ' ἀέκουσαν ἀπὸ μεγάροιο δίεσϑαι μύϑῳ ἀναγκαίῳ; 21, 370 μή σε καὶ ὁπλότερός περ ἐὼν ἀγρόνδε δίωμαι, βάλλων χερμαδίοισι; Iliad. 22, 456 δείδω μὴ δή μοι ϑρασὺν Ἕκτορα δῖος Ἀχιλλεύς, μοῦνον ἀποτμήξας πόλιος, πεδίονδε δίηται; 7, 197 οὐ γάρ τίς με βίῃ γε ἑκὼν ἀέκοντα δίηται; 16, 246 αὐτὰρ ἐπεί κ' ἀπὸ ναῦφι μάχην ἐνοπήν τε δίηται; 18, 162 ὡς δ' ἀπὸ σώματος οὔ τι λέοντ' αἴϑωνα δύνανται ποιμένες ἄγραυλοι μέγα πεινάοντα δίεσϑαι; 17, 110 ὥς τε λὶς ἠυγένειος, ὅν ῥα κύνες τε καὶ ἄνδρες ἀπὸ σταϑμοῖο δίωνται ἔγχεσι καὶ φωνῇ; Odyss. 17, 317 vom Hunde Argos οὐ μὲν γάρ τι φύγεσκε βαϑείης βένϑεσιν ὕλης κνώδαλον, ὅ ττι δί. οιτο· καὶ ἴχνεσι γὰρ περιῄδη, vgl. Scholl Herodian. Iliad. 23, 475; Iliad. 22, 189 ὡς δ' ὅτε νεβρὸν ὄρεσφι κύων ἐλάφοιο δίηται, ὄρσας ἐξ εὐνῆς, διά τ' ἄγκεα καὶ διὰ βήσσας· τὸν δ' εἴ πέρ τε λάϑῃσι καταπτήξας ὑπὸ ϑάμνῳ, ἀλλά τ' ἀνιχνεαων ϑέει ἔμπεδον, ὄφρα κεν εὕρῃ; 15, 681 ὡς δ' ὅτ' ἀνὴρ ἵπποισι κελητίζειν εὖ εἰδώς, ὅς τ' ἐπεὶ ἐκ πολέων πίσυρας συναείρεται ἵππους, σεύας ἐκ πεδίοιο μέγα προτὶ ἄστυ δίηται λαοφόρον καϑ' ὁδόν· πολέες τέ ἑ ϑηήσαντο ἀνέρες ἠδὲ γυναῖκες ' ὁ δ' ἔμπεδον ἀσφαλὲς αἰ. εὶ ϑρώσκων ἄλλοτ' ἐπ' ἄλλον ἀμείβεται, οἱ δὲ πέτονται. Außerdem kann man noch hierher rechnen Iliad. 12, 304, wo es von einem hungrigen Löwen heißt οὔ ῥά τ' ἀπείρητος μέμονε σταϑμοῖο δίεσϑαι, er will nicht weggehn; da aber sonst δίομαι bei Homer nur transitive Bedeutung hat, zieht man das δίεσϑαι dieser Stelle besser zu δίεμαι, δίημι, welches vgl. – Bei Aeschyl. ist δίομαι intransitiv gebraucht, »sich scheuen« »sich fürchten«, Pers. 700 δίομαι μὲν χαρίσασϑαι, δίομαι δ' ἀντία φάσϑαι, λέξας δύσλεκτα φίλοισιν, vgl. Buttmann Gramm. 2 S. 147; dagegen transitiv, »verfolgen«, Eumenid. 357. 385 διόμεναι, Suppl 819 μετά με δρόμοισι διόμενοι.
-
8 ὧδε
ὧδε, att. auch ὡδί, adv. demonstr. der Art und Weise, von ὅδε, so, also.auf solche Art, auf diese Weise, auch so sehr, in so hohem Grade, wie οὕτως und ὥς; oft bei Hom., einem Satze mit ὡς entsprechend Il. 3, 300. 6, 478. 21, 430. 24, 398 Od. 19, 312; öfter allein, wie Pind. N. 4, 229. 8, 45; Tragg. Bes. auf das Folgende bezüglich, folgendermaßen, wenn Jemandes Worte angeführt werden sollen, Il. 1, 181. 3, 297. 4, 81 Od. 2, 111. 17, 9 u. öfter; Hes. O. 205; ὧδ' ἠμείψατο Soph. Phil. 378; so sehr, τίς ὧδε τλησικάρδιος ϑεῶν ὅτ ῳ τάδ' ἐπιχαρῆ Aesch. Prom. 159, öfter; ὧδ' ἔχει λόγος Aesch. Ag. 1661 Ch. 521; ein vorangehendes Participium wieder aufnehmend, μυρίαις δὲ πημοναῖς δύαις τε καμφϑείς, ὧδε δεσμὰ φυγγάνω Prom. 511, vgl. Spt. 258; εἴπερ ὧδ' ἔχει Soph. Phil. 116; ἥ μ' ἔϑηκεν ὧδ' ἄπ ουν 628, u. sonst; in Prosa, ὧδέ πως τὴν σοφίαν ἄγουσι Plat. Theaet. 172 b; ἀλλ' ὧδε σκόπει Rep. VI, 507 a. – Es ist unzweifelhaft, daß ὧδε auch örtliche Bedeutung hatte, = »hier« und = »hierher«, s. z. B. Theocrit. Id. 1, 106 τηνεῖ δρύες, ὧδε κύπειρος, Apollon. Lex. Hom. ed. Bekk. p. 170, 21. Diese örtliche Bedeutung hat man auch in einigen Homerischen Stellen zu finden geglaubt, namentlich Iliad. 18, 392 πρόμολ' ὧδε, Odyss. 1, 182 νῠν δ' ὧδε ξὺν νηὶ κατήλυϑον, 17, 544 τὸν ξεῖνον ἐναντίον ὧδε κάλεσσον, Iliad. 12, 346 ὧδε γὰρ ἔβρισαν Λυκίων ἀγοί, Odyss. 2, 28 νῠν δὲ τίς ὧδ' ἤγειρε, s. z. B. Buttmann Ausf. Griech. Sprachl. ed. 2 Band 2 S. 362. Aristarch nahm auch in diesen wie in allen anderen Homerischen Stellen ωδε = »so«, s. z. B. Scholl. Aristonic. Iliad. 18, 392 πρόμολ' ὧδε: ἡ διπλῆ, ὅτι τὸ ὧδε οὕτως ὡς ἔχεις, οὐδὲν ὑπερϑέμενος. καὶ ἐν Ὀδυσσείᾳ (6, 218) »ἀμφίπολοι, στῆϑ' οὕτω«. S. Lehrs Aristarch. ed. 2 p. 70 und 379. – ll. Hom. Apoll. 471 νῠν δ' ὧδε ξὺν νηὶ κατήλϑομεν. – Bei den Tragg. vergleiche man: ἔπλευσαν ὧδ' ἐπιτυχεῖ κότῳ Aesch. Suppl. 725; ὧδ' ἐλήλυϑα Soph. O. R. 7; τὸν ϑεῖον ἤδη μάντιν ὧδ' ἄγουσιν 298; O. C. 178. 1208 Trach. 496. – Plat. Prot. 328 d προὔτρεψάς με ὧδε ἀφικέσϑαι.
-
9 ἀρέσκω
Aἤρεσκον Th.5.37
, etc.: [tense] fut.ἀρέσω D.39.33
, [dialect] Ep. ἀρέσσω ([etym.] συν-) A.R.3.901: [tense] aor.ἤρεσα Hdt.8.19
, Com.Adesp.19.4D., etc., [dialect] Ep.ἄρεσσα A.R.3.301
, inf.ἀρέσαι Il.
, X.: [tense] pf.ἀρήρεκα Corn.ND24
, S.E.M.1.238:—[voice] Med., [tense] fut. (lyr.), [dialect] Ep.ἀρέσσομαι Il.4.362
: [tense] aor. ἠρεσάμην, [dialect] Ep. , [dialect] Ep. part.ἀρεσσάμενος Il. 9.112
, Thgn.762: [tense] aor. [voice] Pass. in med. sense, S.Ant. 500:—[voice] Pass., [tense] aor.ἠρέσθην Paus.2.13.8
, J.AJ12.9.6.I of pers. only, make good, make amends,ἂψ ἐθέλω ἀρέσαι Il.9.120
:—[voice] Med., , cf. Od.22.55, Q.S.4.377, 9.510; σπονδὰς θεοῖς ἀρέσασθαι make full drink-offerings to the gods, Thgn. l.c.2 in Hom. also freq. in [voice] Med., c. acc. pers. et dat. modi, appease, conciliate,αὐτὸν ἀρεσσάσθω ἐπέεσσι καὶ δώρῳ Od.8.396
; τὸν ξεῖνον ἀρέσσομαι ὡς σὺ κελεύεις ib. 402; , cf. 19.179;καθαροῖσι βωμοῖς θεοὺς ἀρέσονται A.Supp. 655
;καί σε φίλως θυέεσσιν ἀρέσσατο Maiist.11
: c. gen. rei, ἀρέσαντο φρένας αἵματος they sated their heart with blood, Hes.Sc. 255.3 after Hom., c. dat. pers., please, satisfy, οὔτε γάρ μοι Πολυκράτης ἤρεσκε δεσπόζων .. Hdt.3.142;δεῖ μ' ἀρέσκειν τοῖς κάτω S.Ant.75
, cf. 89; ἀεὶ δ' ἀρέσκειν τοῖς κρατοῦσιν to be obsequious to them, E.Fr.93, cf. X.Mem.2.2.11; ἀ. τρόποις τινός conform to his ways, D.61.19;τὸ κολακεύειν νῦν ἀρέσκειν ὄνομ' ἔχει Anaxandr.42
;πᾶσιν ἀρέσκω 1 Ep.Cor.10.33
;ἑαυτοῖς Ep.Rom.15.1
:—[voice] Med., μάλιστα ἠρέσκοντό <οἱ> οἱ ἀπ' Ἀθηνέων pleased him most, Hdt.6.128.II of things, c. dat. pers., please,εἴ τοι ἀρέσκει τὰ ἐγὼ λέγω Hdt.1.89
;κάρτα οἱ ἤρεσε ἡ ὑποθήκη Id.8.58
, cf. 3.40, 6.22;τῷ τοῦτ' ἤρεσεν; S. El. 409
;σοὶ ταῦτ' ἀρέσκει Id.Ant. 211
, etc.; τοῖς.. πρέσβεσιν ἤρεσκεν [the proposal] pleased them, Th.5.37, cf. Pl.Tht. 157d, al.: also in [tense] aor. [voice] Pass., μηδ' ἀρεσθείη ποτέ (sc. μηδὲν τῶν σῶν λόγων) S.Ant. 500.III c. acc. pers., ;οὐδέ σ' ἀρέσκει τὸ παρόν E.Hipp. 185
(lyr.), cf.Or. 210;τουτὶ.. μ' οὐκ ἀ. Ar.Pl. 353
, cf. Ach. 189, Ra. 103, Th.1.128;πότερός σε ὁ τρόπος ἀ.; Pl.Cra. 433e
, cf. 391c, R. 557b, Tht. 172d: hence in [voice] Pass., to be pleased, satisfied, ; τῇ κρίσι with the decision, Id.3.34;διαίτῃ Σκυθικῇ Id.4.78
;τοῖς λόγοις Th.1.129
, cf. 2.68;τῇ σῇ συνουσίᾳ Pl.Thg. 127b
; later in [tense] aor., l.c., al.;ἀρεσθεὶς τῷ πώματι Paus.
l.c.IV ἀρέσκει is used impers. to express the opinion or resolution of a public body,ταῦτα ἤρεσέ σφι ποιέειν Hdt.8.19
;ἢν δ' ἀρέσκῃ ταῦτ' Ἀθηναίοις Ar.Eq. 1311
; ἀρέσκει.. εἶναι Δελφῶν it is resolved that.., SIG 827D10; also of prevailing opinions, ἀρέσκει περὶ τρίψεως παραγγέλλοντας .. writers on massage lay down the rule that.., Gal. 6.96; τὰ ἀρέσκοντα the dogmas of philosophers, Plu.2.448a, 1006d, etc.:—[voice] Med., .V part. ἀρέσκων, ουσα, ον, grateful, acceptable, ;μηδὲν ἀρέσκον λέγειν Th.3.34
;ἀρέσκοντας ὑμῖν λόγους Isoc.8.5
.2 of persons, acceptable, ;τῇ πόλει ἀ. Lys.19.13
. (Cognate with ἀραρίσκω.) -
10 παρ-εγγυάω
παρ-εγγυάω, seitwärts oder neben sich hingeben, an den Nebenmann geben, VLL. erkl. παραδιδόναι, παραγγέλλειν, u. Moeris bemerkt παρηγγύησεν als attisch für das hellenistische παρήγγειλεν; bes. im Kriege von der Parole od. den Befehlen, die mündlich ertheilt, von Mann zu Mann, von Glied zu Glied weiter verbreitet werden, Xen. Cyr. 3, 3, 58. 7, 1, 10; παρεγγυῶσι στρατηγοὺς καὶ λοχαγοὺς παριέ-ναι, An. 6, 3, 13; Eur. παρηγγύων κελευσμὸν ἀλλήλοισι σὺν πολλῇ βοῇ, Suppl. 702; daher gradezu befehlen, παρηγγύησαν ἀκολουϑεῖν τῷ ἡγουμένῳ Xen. Hell. 4, 2, 19, u. sonst oft; auch ermahnen, ermuntern, Cyr. 3, 2, 6 An. 7, 1, 22; παρεγγυῶντες ἀλλήλους μὴ ἀπολείπεσϑαι τοῦ στρατοῦ, Plut. Cam. 37; – einhändigen, anvertrauen, empfehlen, τοῖς φίλοισι τὸν ξεῖνον Her. 3, 8, u. Sp., τὴν ἀρχήν τινι, Plut. Ant. 11; – versprechen, geloben, σημεῖα δ' ἥξειν τῶνδέ μοι παρηγγύα, Soph. O. C. 94. – Auch das med. findet sich in der Bdtg des act. befehlen, Xen. Lac. 11, 8, Plut. Oth. 16.
-
11 δύ-στηνος
δύ-στηνος, ον, dor. δύστᾱνος, unglücklich, jammervoll, elend. Ableitung unsicher, vgl. ἄστηνος. Bei Homer öfters, aber nur von Menschen: Nominat. δύστηνος mehrmals, als femin. Iliad. 22, 477; gen. δυστήνοιο Odyss. 11, 76; accus. δύστηνον öfters, Odyss. 17, 10 τὸν ξεῖνον δύστηνον, Scholl. Aristonic. (ἡ διπλῆ) πρὸς τὴν τοῦ ἄρϑρου μετάϑεσιν. ὅμοιόν ἐστι τῷ »οὔτε τὰ τεύχεα καλά ( Iliad. 21, 317)«, vgl. Scholl. Aristonic. Iliad. 21, 317; vocativ. ὦ δύστηνε Odyss. 10, 281. 11, 80. 93; dativ. plural. δυστήνοισι μετ' ἀνδρασιν Iliad. 17. 445; genit. plural. Iliad. 6, 127. 21, 151 δυστήνων δέ τε παῖδες ἐμῷ μένει ἀντιόωσιν, zu verstehen wie υἷες Ἀχαιῶν, nicht allein die Aeltern sind δύστηνοι, sondern auch und grade besonders die Söhne selbst, vgl. Scholl. Iliad. 6, 127. – Folgende: Pind. P. 4, 268 μόχϑον δύστανον; häufig bei Tragg., gew. von Menschen; ϑέρος Aesch. Ag. 1640; τινός, in etwas, Aesch. Pers. 873 u. Eur. Troad. 112; mit der Nebenbedeutung dersittlichen Verworfenheit, unselig, Soph. El. 126; λόγοι Eur. Herc. Fur. 1346; ὄνειρος Ar. Ran. 1328; seltener in Prosa, λογάρια δ. Dem. 19, 255; πάϑος D. Hal. 6, 20; Plut. Ant. 84. – Adv., δυστήνως, superlat. δυστηνοτάτως, Eur. Suppl. 991.
-
12 δεῦτε
δεῦτε, ermunternder Zuruf, hierher, wohlan, adverb., aber wie ein plural. zu δεῠρο gebildet; s. Herodian. Μονήρ. λέξ. p. 27, 1; Apoll. lex. Homer. p. 57, 32 δεῠτε· ἄγετε δή. Man hat vermuthet, δεῦτε sei aus δεῠρ' ἴτε entstanden. Bei Homer ist δεῦτε ungleich seltner als δεῠρο. Als sehr bedenkliche var. erscheint δεῠτε in der Anrede an einen Einzelnen Odyss. 8, 145, δεῠτ' ἄγε καὶ σύ, ξεῖνε πάτερ, πείρησαι ἀέϑλων, bessere Lcsart δεῦρ' ἄγε, und Odyss. 8, 205, τῶν δ' ἄλλων ὅτινα κραδίῆ ϑυμός τε κελεύει, δεῦτ' ἄγε πειρηϑήτω, bessere Lesart δεῦρ' ἄγε. Mit dem singularischen ἄγε verbunden als Anrede an Mehrere Odyss. 8, 11, δεῦτ' ἄγε, Φαιήκων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες, εἰς ἀγορὴν ἰέναι, ὄφρα ξείνοιο πύϑησϑε, vgl. Scholl. Mit dem dual. des Verbs als Anrede an Zwei Iliad. 22, 450, δεῠτε, δύω μοι ἕπεσϑον. In der Anrede an Mehrere mit dem plural. des Verbs, conjunctiv. hortativ.: Odyss. 2, 410 δεῠτε, φίλοι, ἤια φερώμεϑα; 8, 133 δεῠτε, φίλοι, τὸν ξεῖνον ἐρώμεϑα; Iliad. 14, 128 δεῦτ' ἴομεν πόλεμόνδε; mit ἄγετε Iliad. 7, 350 δεῦτ' ἄγετ', Ἀργείην Ἑλένην καὶ κτήμαϑ' ἅμ' αὐτῇ δώομεν Ἀτρείδῃσιν ἄγειν; mit einem imperativ., durch καί verbunden, Iliad. 13, 481, δεῠτε, φίλοι, καί μ' οἴῳ ἀμύνετε. Ohne Verbum, Anrede an Mehrere, Odyss. 8, 307, Ζεῠ πάτερ ἠδ' ἄλλοι ϑεοί, δεῠϑ', ἵνα ἔργα γελαστὰ καὶ οὐκ ἐπιεικτὰ ἴδησϑε. Aehnlich schrieb Kallistratos Odyss. 2, 410, Scholl. Didym Καλλίστρατος δεῦτε, φίλοι, ὄφ ρ' ᾖα φερώμ εϑα. Odyss. 8, 250 wird von Strab. 10. p. 473 mit δεῠτε angeführt, δεῠτ' ἄγε, Φαιήκων βητάρμονες ὅσσοι ἄριστοι, bessere Lesart ἀλλ' ἄγε. – Sp. D. u. N. T., wo, wie bei δεῦρο, nicht immer an ein Herkommen zu denken. – Vgl. noch Buttmann Lexil. 2. 227 ff, wo auch Einiges über δηῠτε.
-
13 ἀρέσκω
ἀρέσκω ( ἄρω), fut. ἀρέσω, aor. ἤρεσα, med. ἀρέσομαι, ἠρεσάμην, ep. ἀρέσσασϑαι, perf. p. ἤρεσμαι; Sext. Emp. adv. Gr. führtauch ἀρήρεκα an; befriedigen; Hom. nicht oft: ἂψ ἐϑέλω ἀρέσαι, ich will wieder gut machen, Iliad. 9, 120. 19, 138; ταῠτα ὄπισϑεν ἀρεσσόμεϑα 4, 362; τὰ ὄπισϑεν ἀρεσσόμεϑα 6, 526; τὸν ξεῖνον ἀρέσσομαι, versöhnen, Od. 8, 402; ἄμμες ὄπισϑεν ἀρεσσάμενοι κατὰ δῆμον 22, 55; ὥς κέν μιν ἀρεσσάμενοι πεπίϑωμεν δώροισίν τεἔπεσσί τε Iliad. 9, 112; ὃ δή μοι δῶκας ἀρεσσάμενος ἐπέεσσιν Od. 8, 415; Εὐρύαλος δέ ἑ αὐτὸν ἀρεσσάσϑω ἐπέεσσιν καὶ δώρῳ 8, 396; ἔπειτά σε δαιτὶ ἀρεσάσϑω Iliad. 19, 179. Oft bei den Att.: εἰ οὖν τί σε τούτων ἀρέσκει Thuc. 1, 128; ἐὰν ὁ λόγος αὐτοὺς ἀρέσῃ Plat. Theaet. 172 d, pass. zufriedengestellt werden, ἀρέσκομαι λόγοις Thuc. 1, 129; τῇ καταστάσει 2, 68; vgl. 5, 4. 8, 84; τῇ κρίσει, διαίτῃ, τοῖς πράγμασι Her. 3, 34. 4, 78. 9, 66; τῇ σῇ συνουσίᾳ, Gefallen finden daran, Plat. Theag. 127 b; Luc. ἀρέσκεσϑαι καὶ ἀγαπᾶν τινί D. Mort. 26, 2. Med., καϑαροῖς βωμοῖς ϑεούς Aesch. Suppl. 642; ἱεροῖς ϑεούς Xen. Mem. 4, 3, 16; wohlgefällig machen, σπονδὰς ϑεοῖς ἀρεσσάμενοι Theogn. 762; φρένας ἀρέσαντο αἴματος ἀνδρομέοιο, sie sättigten ihr Gelüst an Blut, Hes. Sc. 255; Pass., wohlgefällig werden, gefallen, Her. 6, 128. 9, 79; Thuc. 1, 35; so auch Soph. Ant. 496 ὡς ἐμοὶ τῶν σῶν λόγων ἀρεστὸν οὐδὲν μηδ' ἀρεσϑείη ποτέ, wo Herm. ἀρεσϑείην ändert. Am häufigsten in att. Prosa gefallen, meist τινί, obwohl die Atticisten τινά vorziehen; Plat. Theaet. 157 c Crit. 35 a; Xen. Mem. 2, 2, 12 u. oft; ἀρέσκει μοι, es beliebt mir; ἀρέσκον λέγειν Thuc. 3, 34; τὰ ἀρέσκοντα, bes. Lehrsätze der Philosophen, Plut. plac. ph.
-
14 μέλω
A to be an object of care or thought, or in act. sense, care for, take an interest in.A [tense] pres. μέλω: [tense] impf. ἔμελον, [dialect] Ep.μέλον Od.5.6
: [tense] fut. μελήσω, [dialect] Ep. inf.μελησέμεν Il.10.51
: [tense] aor. ἐμέλησα: [tense] pf. μεμέληκα; also [dialect] Ep. and Lyr. μέμηλα, [dialect] Dor. part. μεμᾱλώς dub. in Pi.O.1.89 (for [dialect] Ep. forms of [voice] Med.v.infr.111.2): almost always [ per.] 3sg.and pl., exc. in [tense] pres. (v. infr.):— to be an object of care or thought, sts. with a personal subject (not in [dialect] Att. Prose):I πᾶσι δόλοισιν ἀνθρώποισι μέλω by all manner of wiles am I in men's thoughts, i. e. am well known to them, Od.9.20;Ἀργὼ πᾶσι μέλουσα 12.70
; ;Εὐθυμίᾳ μέλων εἴην Pi.Fr. 155
;μέλει σφισὶ Καλλιόπα Id.O.10(11).14
;ἵνα θανοῦσα νερτέροισιν μέλω E.Andr. 850
(lyr.);Ἔρως.. οὐρανίδαισι μέλων Id.Tr. 842
;μέλων πολλοῖσι AP 5.121
(Diod.);ἡ μέλουσα ἀγέλη Them.Or.1.10a
: [tense] pf. part., ἀρεταῖσι μεμαλότας dear to virtue, Pi.O.1.89 (dub.); μέλεγάρ οἱ [Ὀδυσσεύς] Od. 5.6;τὸν ξεῖνον δὲ ἐῶμεν... Τηλεμάχῳ μελέμεν 18.420
: but more freq. of things, μή τοι ταῦτα... μελόντων let not these things weigh on thy soul, Il.18.463, Od.13.362;μηδέ τί οἱ θάνατος μελέτω φρεσί Il.24.152
; σοὶ χρὴ τάδε πάντα μέλειν 'tis good these things should be a care to thee, 5.490; ;μελήσουσιν δ' ἐμοὶ ἵπποι 5.228
;ᾧ τόσσα μέμηλε 2.25
;οἷς ὕβρις μέμηλε κακή Hes.Op. 238
;τοῖσιν.. ἐνὶ φρεσὶν ἄλλα μεμήλει Od.1.151
, cf. Il.2.614; ;ἔλεγε.. κομιδῆς πέρι τὴν ὥρην αὐτῷ μελήσειν Hdt.8.19
;μέλει γὰρ ἀνδρὶ.. τἄξωθεν A.Th. 200
;σοὶ χρὴ μέλειν ἐπιστολάς Id.Pr.3
;οὗτος.. δμωσὶν ἂν μέλοι πόνος E.Supp. 939
;ἃ τοῖσιν ἀστοῖς ἔμελεν Ar.Ec. 459
;τοῖσδε μελήσει γάμος E.El. 1342
(anap.);τοῦτο ἴσασιν ἐμοὶ μεμεληκός X.Ap.20
.2 impers. c. inf.,οὐκ ἔμελέν μοι ταῦτα μεταλλῆσαι Od.16.465
; so in A.Ag. 1250, Th.1.141, etc.; also,μοι ἐμέλησεν ὥστε εἰδέναι X.Cyr.6.3.19
: united with the personal construction, .3 less freq. with a Conj.,οὐ μέλειν οἱ ὅτι ἀποθνῄσκει Hdt.9.72
; σοὶ μελέτω ὅκως .. Id.1.9, cf. X.An.1.8.13, etc.;ὡς δὲ καλῶς ἕξει.., ἐμοὶ μελήσει Id.Cyr.3.2.13
; ἐμοὶ τοῦτο μέλει, μὴ .. S.Ph. 1121 (lyr.); οὐ τοσοῦτόν μοι μέλει εἰ .. Lys.21.12.4 [ per.] 3sg. is freq. used impers. with the object in gen., and pers. in dat., ᾧ μέλει μάχας to whom there is care for the battle, who careth for it, A.Ch. 946 (lyr.), cf. Ag. 974; ;θεοῖσιν εἰ δίκης μέλει S.Ph. 1036
;Ζηνὶ τῶν σῶν μέλει πόνων E.Heracl. 717
; ; alsoμέλει μοι περί τινος A.Ch. 780
, Ar.Lys. 502, Pl.Alc.2.150d;μεμέληκέ μοι περὶ αὐτῶν Id.Cra. 428b
: less freq. withὑπέρ, εἴπερ ὑπὲρ τοῦ κοινῇ βελτίστου δεῖ μέλειν ὑμῖν D. 21.37
.5 abs.,μηδέ σοι μελησάτω A.Pr. 334
; οἶμαι θεοῖς τοῖς κάτω μέλειν, οἳ (nisi leg. οἷς) .6 freq. with a neg., οὐδέν μοι μέλει I care not, Ar.Ra. 655;μή νυν μελέτω σοι μηδέν Id.Pl. 208
;τῷ δ' οὐδὲν μ. Alex.178.2
; so τί δέ σοι μέλει; Diph.73.10.II μέλον ἔστι periphr. for μέλει, asτοῖσδ' ἔσται μ. S.OC 653
, cf. 1433.2 neut. part. used abs., οὐδὲν ἄρ' ἐμοῦ μέλον for they took no thought of me, Ar.V. 1288; δῆλον ὅτι οἶσθα, μέλον γέ σοι since you care about it, Pl.Ap. 24d;οὐδὲν αὐτῷ μ. τοῦ τοιούτου Id.Phdr. 235a
;μ. αὐτοῖς ἰσχυρῶς ὅπῃ τὸ μέλλον ἀποβήσοιτο X.Cyr.5.2.24
;οὔτε σκοπούμεναι οὔτε μ. αὐταῖς ἄλλο ἢ χαρίζεσθαι Pl.Grg. 501b
.III [voice] Med. is used by Poets and in Hp. like [voice] Act., μελόμεθα, -ησόμεθα, Hp.Ep.27; to be an object of care,Ἄρτεμιν ᾇ μελόμεσθα E.Hipp.60
: mostly in [ per.] 3sg.,ἐμοὶ δέ κε ταῦτα μελήσεται Il.1.523
; μή τί τοι ἡγεμόνος γε ποθὴ μελέσθω let it not weigh on thy mind, Od.10.505; τἀντεῦθεν.. αὐτῷ μελέσθωΛοξίᾳ A.Eu.61
;τἀνθάδ' ἂν μέλοιτ' ἐμοί S.El. 1436
;γάμους.. σοὶ χρὴ μέλεσθαι E.Ph. 759
, etc.; ἰαχὰν μελομέναν νεκροῖς ib. 1302: rarely impers.,σοὶ.. μελέσθω φρουρῆσαι S.El.74
;μέλεταί τινί τινος Theoc. 1.53
, Orac. ap. Luc.Alex.24.2 [dialect] Ep. [tense] pf. and [tense] plpf. [voice] Pass. [full] μέμβλεται, [full] μέμβλετο (fr. μέ-μλ-εται, μέ-μλ-ετο), with [tense] pres. and [tense] impf. sense, ἦ νύ τοι οὐκέτι πάγχυ μετὰ φρεσὶ μέμβλετ' Ἀχιλλεύς (for μέλει); Il.19.343; μέμβλετο γάρ οἱ τεῖχος (for ἔμελε) 21.516;φόνος δέ οἱ οὐκ ἐνὶ θυμῷ μέμβλετο Od.22.12
;ᾗσιν ἀοιδὴ μέμβλεται ἐν στήθεσσιν Hes. Th.61
: hence later [dialect] Ep. formed a [tense] pres. μέμβλομαι, [ per.] 2pl.μέμβλεσθε A.R.2.217
; [ per.] 3pl. μέμβλονται, in act. sense (cf. B. 11 infr.),μ. πόνοισι Opp.H.4.77
: the regul. [tense] pf. and [tense] plpf. (with [tense] pres. and [tense] impf. sense) also occur in later Poets,μεμέληται Opp.C.1.436
;Φοίβῳ μεμελήμεθα AP10.17
(Antiphil.);μεμέληνται Call.
Fr.anon. 119, Opp.C.1.349: 2 and 3 [tense] plpf. μεμέλησο, -το, AP5.219 (Agath.), Theoc.17.46; part. μεμελημένος, α, ον, cared for,πολλοῖς μεμελημέναι ἡρωῖναι Id.26.36
, cf. AP7.199 (Tymn.): [tense] aor. part. [voice] Pass. μεληθέν ib.5.200; cf. βέβλεσθαι.B with an object, care for, take an interest in a thing, c. gen., Hom. only in [tense] pf. part., μέγα πλούτοιο μεμηλώς busied with, attending to.., Il.5.708;μέγα πτολέμοιο μεμηλώς 13.297
: later in [tense] pres., (lyr.);μέλειν μὲν ἡμῶν S.Aj. 689
;δεινόν σε.. τικτούσης μέλειν Id.El. 342
: later c. dat., care for,μέλω κύρτοις AP10.10
(Arch. Jun.);θεοῖς μέλοντες Plu.Sull.7
: abs., to be anxious,μέλει.. κέαρ A.Th. 288
, cf. Pers. 1049 (both lyr.);μελούσῃ καρδίᾳ E.Rh. 770
.3 c. inf., θεοὶ τῶν ἀδίκων μέλουσι ( μέλλουσι codd. opt.)καὶ τῶν ὁσίων ἐπᾴειν E.HF 773
(s.v.l.).II [voice] Med. μέλομαι, care for, take care of, c. gen., A.Th. 177 (lyr.), S.OT 1466, E.Hipp. 109, Heracl. 354 (lyr.), A.R.1.967; τὰ λοιπά μου μέλου (where τὰ λ. is adverbial) S.OC 1138;μεμελημένοι ἀέθλων Opp.H.4.101
: c. dat.,ἐτητυμίῃ μεμελημένος Call. Aet.3.1.76
;ἱππασίῃ μεμελημένον ἦτορ Q.S.4.500
: c. acc., μέλομαι ῥόδον (prob. l. for μέλπομαι) Anacreont.53.2: with Preps., μέλεσθαι ἀμφί τι or τινος, A.R.2.376, 4.491;ἀμφ' αἰγῶν μεμελημένοι AP6.221
(Leon.);ἐμέλοντο περὶ σφίσιν A.R.3.1172
: c. inf.,μέλομαι.. ἀείδειν Anacr.65
;μελέσθω λαὸς ἐκπονεῖν ἄκη A.Supp. 367
, cf. E.Heracl.96 (lyr.): [tense] aor. in same sense, c. gen.,τάφου μεληθείς S.Aj. 1184
. -
15 παρεγγυάω
A hand over to another, entrust or commend to his care,τοῖσι φίλοισι π. τὸν ξεῖνον Hdt.3.8
;τὴν ἀρχήν τινι Plu.Ant.11
; of life,π. τοῖς ἐπιγιγνομένοις Antipho Soph.50
: c. inf.,τοῖς φίλοις τηρεῖν παρεγγυηκώς Phld.Piet. 110
; παῖδα τῇ Ἀθηνᾷ τιθηνεῖσθαι π. D.C.59.28 :— [voice] Pass., π. τι to be entrusted with.., Is.Fr.31.2 of things, recommend, τοῦτ' ἐγὼ π. Men.487, cf. POxy.1101.15 (iv A. D., [voice] Pass.), Olymp. Alch.p.94 B. ([voice] Med.) ;μέθοδος ἣν οἱ σοφισταὶ παρεγγυῶσιν Phld.Rh.1.137
S.II as a military term, pass on the watchword or word of command along the whole line, παρηγγύων κελευσμὸν ἀλλήλοισι .., " θεῖν', ἀντέρειδε " E.Supp. 700 ;σύνθημα παρεγγυήσας Ζεὺς σωτήρ X.Cyr.7.1.10
, cf. 3.3.58, Moer.p.324 P.: abs., σπεύδοντες π. ἐπί τινας eager to pass the word to attack them, Plb.7.18.4 : without any notion of command,,βοώντων τῶν στρατιωτῶν θάλαττα, θάλαττα, καὶ παρεγγυώντων X.An.4.7.24
: metaph., c. acc. et inf.,σημεῖα δ' ἥξειν τῶνδέ μοι παρηγγύα ἢ σεισμὸν ἢ βροντήν τιν' S.OC94
.2 of a general, give the word of command, τινί c. inf., X.Cyr.3.2.8, 7.5.17 : c. inf. only, ib.2.3.21, An.4.1.17, etc.:—[voice] Med., Id.Lac.11.8, Plu.Oth. 16.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > παρεγγυάω
-
16 ἔρομαι
ἔρομαι (not found in [tense] pres. ind. (exc. [ per.] 2sg. ἔρεαι Orac. in Certamen Prooem.), its place being taken by ἐρέω (A), ἐρωτάω) ; [dialect] Ion. and [dialect] Ep. [full] εἴρομαι Il.1.553, Od.1.284, al.: [tense] impf.(=[tense] aor.)Aεἰρόμην Il.1.513
, Pi.O.6.49, Hdt.2.44, etc.: [tense] fut. , Ar.Nu. 1409, Pl.Prt. 355c ; [dialect] Ion.εἰρήσομαι Od.4.61
,7.237, Hdt.1.67 ([etym.] ἐπ-): [tense] aor. 2ἠρόμην Sapph. 1.15
, E. Ion 541, Th.3.113, etc.; imper. , E.Or. 763 (troch.), etc., [dialect] Ep.ἔρειο Il.11.611
; subj.ἔρωμαι Od.8.133
, Pl.R. 538d, etc. ;εἴρωμαι Od.16.402
, Hdt.4.76 ; opt.ἐροίμην Od.1.135
,3.77, etc.; inf. ἐρέσθαι in Hom. always in the phrase , al. (exc. in 1.405 ) ( ἔρεσθαι is freq. in codd., as Lys.12.24, E.El. 548, cf.Hdn.Gr.1.466) ; part. , Th.4.40:—[dialect] Ep. and [dialect] Ion. also [full] ἐρέομαι in subj.ἐρέωμαι Od.17.509
, inf.ἐρέεσθαι 6.298
,23.106, Hp.Prorrh.2.41, [tense] impf.ἐρέοντο Il.1.332
,8.445 ; ἐπ-ειρεόμενος is v.l. in Hdt.3.64:—ask, inquire, mostly folld. by indirect question,εἴροντο.. ὅττι ἑ κήδοι Od.9.402
, etc.;ἤρετο ὅτι θαυμάζοι Th.3.113
; , etc.;ἠρόμην ὅπου.. Pl.R. 327b
;διὰ τί.. Id.Prt. 355c
, etc.: folld. by a direct question, ἤρετο Ξενοφῶντα, εἰπέ μοι, ἔφη, ὦ Ξενοφῶν, οὐ σὺ ἐνόμιζες..; X.Mem.1.3.8 ; ἐρομένου δὲ τοῦ Ἀγησιλάου, ἆρ' ἂν ἐν καιρῷ γένοιτο, εἰ..; Id.HG4.3.2, cf. Cyr.1.4.19.2 c. acc. objecti, learn by inquiry,ἐρέεσθαι δώματα πατρός Od.6.298
; ask after or for,εἰρόμεναι παῖδας Il.6.239
;εἴρεαι Ἕκτορα δῖον 24.390
;θεῶν εἰρώμεθα βουλάς Od.16.402
.3 c. acc. pers., question, Il.1.332, etc., Hdt.1.32, Lys.12.24 ; εἴρετο δ' ἡμέας, ὦ ξεῖνοι, τίνες ἐστέ; Od.9.251 ; , cf. E.Or. 763(troch.), etc.; in later Prose, Jul.Or.7.229b.4 c. acc. pers., petition, Ar.Eq. 574.5 c. dupl.acc., to ask one about a thing, τὸ μέν σε πρῶτον..εἰρήσομαι.., τίς πόθεν εἰς ἀνδρῶν; Od.7.237, cf. 19.509 ; ἐρήσομαί σε τουτί· παῖδά μ' ὄντ' ἔτυπτες; Ar.Nu. 1409.6 freq. τινὰ περί τινος, asἵνα μιν περὶ πατρὸς..ἔροιτο Od.1.135
, 3.77, cf. Hdt.4.76, al., E.El. 548; alsoοἱ δέ μιν ἀμφὶ δίκας εἴροντο Od.11.570
;ἀμφὶ πόσει εἴρεσθαι 19.95
. ([dialect] Ion. εἰρ-[dialect] Att. ἐρ- from ἐρϝ- ([tense] aor. stem), cf. ἐρέ (ϝ) ω, e)reuth/s: [tense] pres. ἐρέ (ϝ) ομαι: ἐροίμην and similar forms in Hom. are variously expld. or emended.) -
17 φιλέω
φῐλέω, [dialect] Aeol. [full] φίλημμι Sapph.79, cf. Ead. Oxy. 1787 Fr.1 + 2.24; [ per.] 2sg. φίλησθα Ead.22; late [ per.] 3pl.Aφίλεισι Epigr.Gr.990.12
(Balbill.): [dialect] Boeot. [full] φίλειμι Hdn.Gr.2.930: [dialect] Ep. inf.φιλήμεναι Il.22.265
: [dialect] Ion. and [dialect] Ep. [tense] impf.φιλέεσκε 3.388
, al.: [tense] fut. φιλήσω, [dialect] Ep. inf.φιλησέμεν Od.4.171
: [tense] aor. 1ἐφίλησα Pi.P.2.16
, etc.: [tense] pf. πεφίληκα ib. 1.13:—[voice] Med., Poet. 1 [tense] aor. ἐφῑλάμην; [ per.] 3sg. ἐφίλατο, φίλατο, Il.5.61, 20.304, Call.Aet.Oxy. 2080.55; [ per.] 3pl.φίλαντο Lyc.274
; imper.φῖλαι Il.5.117
, 10.280; subj. , Hes.Th.97; but φίλατο as [voice] Pass., A.R.3.66; also part.φιλάμενος IG14.1549
([place name] Rome):—[voice] Pass., [tense] fut. [voice] Med. φιλήσομαι in pass. sense, Od.1.123, 15.281, Antipho 1.19: [tense] fut. 3πεφιλήσομαι Call. Del. 270
: [tense] aor. , Pl.Phdr. 253c: [dialect] Ep. [ per.] 3pl.ἐφίληθεν Il.2.668
: [tense] pf.πεφίλημαι Pi.N.4.45
, X.An.1.9.28; [dialect] Dor. part.πεφιλᾱμένος Theoc. 3.3
. [[pron. full] ῐ exceptin the forms ἐφίλατο, φῑλατο, etc.]: ([etym.] φίλος):— love, regard with affection, opp. μισεῖν, Pl.R. 334c, Arist.Rh. 1380b34;φιλήσω τὸν δῆμον τὸν Ἀθηναίων IG12.15.36
; (on its relation to sexual love v. infr. 3); of the love of gods for men,φ. δέ ἑ μητίετα Ζεύς Il. 2.197
; πέρι γάρ μ' ἐφίλει (of the love of the master for his swineherd) Od.14.146; (alsoὃν περὶ κῆρι φ. Ζεὺς.. παντοίην φιλότητα Od.15.245
, cf. Il.9.117);μάλα τούς γε φ. ἑκάεργος Ἀπόλλων Il.16.94
;εἰ.. Ἕκτορά περ φιλέεις καὶ κήδεαι αὐτοῦ 7.204
, etc.; of love for a child reared, Od. 15.370;αἰ δὲ μὴ φίλει, ταχέως φιλήσει κωὐκὶ θέλοισα Sapph.1.23
; ;φιλέων φιλέοντα Pi.P.10.66
; ;μάλιστά σ'.. ἤχθηρα κἀφίλησ' ἐν ἡμέρᾳ μιᾷ S.El. 1363
; ; ὅσα θεοὶ ἀνθρώποις οὓς φιλοῦσιν [διδόασιν] SIG 985.48 (Philadelphia, i B. C.); οἱ φιλοῦντές τινα his friends, freq. in messages and letters, OGI184.10 (Philae, i B. C.), Ep.Tit.3.15, PSI8.971.30 (iii/iv A. D.), etc.; φιλεῖν ἐμαυτήν, αὑτόν, E.Hel. 999, Med.86, etc.:—[voice] Pass., to be beloved by one,ἐκ Διός Il.2.668
;παρ' αὐτῇ 13.627
, etc.; τινι E.Hec. 1000.2 treat affectionately or kindly, esp. welcome, entertain a guest, Od.4.29, 5.135, Il.3.207, etc.;φίλος δ' ἦν ἀνθρώποισιν, πάντας γὰρ φιλέεσκεν ὁδῷ ἔπι οἰκία ναίων Il.6.15
;ξεῖνον ἐνὶ μεγάροισι φ. Od.8.42
;ξεῖνον ἄγων ἐν δώμασι.. φιλέειν καὶ τιέμεν 15.543
, cf. 14.322; θεὸς (i. e. Calypso)ἥ με.. ἐφίλει τε καὶ ἔτρεφεν 7.256
; τίς ἂν φιλέοντι μάχοιτο; who would quarrel with a kind host? 8.208; etc.:—[voice] Pass., παρ' ἄμμι φιλήσεαι welcome shalt thou be in our house, Od.1.123, cf. 15.281.3 opp. ἐρᾶν, τούτους μάλιστά φασι φιλεῖν ὧν ἂν ἐρῶσι regard with affection those for whom they have a passion, Pl.Phdr. 231c;ὥστε οὐ μόνον φιλοῖο ἄν, ἀλλὰ καὶ ἐρῷο ὑπ' ἀνθρώπων X.Hier.11.11
, cf. Smp.8.21; εἰκὸς τὸ φιλεῖν τοὺς ἐρωμένους Arist.APr. 70a6; but φ. is used of lovers,ἥ γ' Εὐρυμάχῳ μισγέσκετο καὶ φιλέεσκεν Od.18.325
;Λυσίθεος Μικίωνα φιλῖν φησι μάλισστα τῶν ἐν τῇ πόλει IG12.924
; , cf. Hdt.4.176 ([voice] Pass.), Ar.Lys. 905; of the love of man for wife, ὅς τις ἀνὴρ ἀγαθὸς.. τὴν αὐτοῦ φιλέει ( cherishes her) , cf. 486; τὴν αὐτὸς φιλέεσκεν loved and cherished as his wife, ib. 450; but ἐμὲ.. ἀτιμάζει, φιλέει δ' ἀΐδηλον Ἄρηα (Hephaestus speaks of Aphrodite) Od.8.309: Com.,ὦ Δῆμ', ἐραστής εἰμι σὸς φιλῶ τέ σε καὶ κήδομαί σου Ar.Eq. 1341
.b of sexual intercourse, Hsch. s.v. βαίνειν.4 show outward signs of love, esp. kiss (not in Hom.), φ. τοῖσι στόμασι kiss on the mouth, opp. τὰς παρειὰς φιλέονται, Hdt. 1.134, cf. X.Cyr.1.4.27, Smp.9.5;κατὰ τὸ στόμα AP5.284
(Agath.);φιλήσω.. τὸ σὸν κάρα S.OC 1131
;πατέρα.. περὶ χεῖρε βαλοῦσα φιλήσει A.Ag. 1559
(anap.), cf. Ar.Av. 671, 674, Pl.Phdr. 255e, Ev.Marc.14.44, etc.: c. dupl. acc., τὸ φίλαμα, τὸ.. τὸν Ἄδωνιν.. ἀποθνάσκοντα φίλασεν the kiss wherewith she kissed him, Mosch.3.69:—[voice] Med., τὰς παρειάς kiss each other's cheeks, Hdt.l.c.5 of things as objects of love, like, approve,σχέτλια ἔργα Od.14.83
;ἀοιδάν Pi.N.3.7
;οὔθ' ἱστῶν ἐφίλησεν ὁδοὺς οὔτε δείπνων.. τέρψιας P.9.18
, etc.;αἰσχροκέρδειαν S.Ant. 1056
, cf. 312; τὰς λευκοτάτας [μάζας] Telecl. 1.6 (anap.);Πράμνιον οἶνον Ephipp.28
.6 of things as the subject,ἡσυχία δὲ φιλεῖ συμπόσιον Pi.N.9.48
;ἢ [μίτρη] μαστοὺς ἐφίλησε Call.Epigr.39
.7 in making a request,οἶσθ' ὁτιὴ φιλῶ σ' ἐγώ, κἀμοὶ πιθόμενος ὑπαποκίνει τῆς ὁδοῦ Ar.Av. 1010
; so τί πράσσει Φηλικίων ὁ ἀγαθός; φιλῶ σε pray, how goes it with the worthy Felicio? Arr.Epict.1.19.20; so perh. in Herod.1.66, πείσθητί μευ, φιλέω σε (but rather 'I speak as a true friend').II after Hom., c. inf., love to do, be fond of doing, and so to be wont or used to do,φιλέει ὁ θεὸς τὰ ὑπερέχοντα κολούειν Hdt.7.10
.έ; ἢν ἁμάρτωσι τοῦ πατρικοῦ τύπου.. φιλέουσι διαφθείρεσθαι Democr.228
;Μοῖσα μεμνᾶσθαι φ. Pi. N.1.12
, cf. P.3.18;φιλεῖ δὲ τίκτειν ὕβρις.. ὕβριν A.Ag. 763
(lyr.);τοῖς θανοῦσί τοι φιλοῦσι πάντες κειμένοις ἐπεγγελᾶν S.Aj. 989
, etc.; rarely with part. for inf.,φιλεῖς δὲ δρῶσ' αὐτὸ σφόδρα Ar.Pl. 645
.2 of things, events, etc.,αὔρη ἀπὸ ψυχροῦ τινος φιλέει πνέειν Hdt.2.27
;φιλεῖ ὠδῖνα τίκτειν νύξ A.Supp. 769
;ἐμπόρων ἔπη φ. πλανᾶσθαι S.OC 304
; (lyr.);φιλεῖ μεγάλα στρατόπεδα ἐκπλήγνυσθαι Th.4.125
;ὃ δὴ φ. ὁ ἔρως ἐμποιεῖν Pl.Smp. 182c
: esp. with γίγνεσθαι of what usually happens, ἀπὸ πείρης πάντα ἀνθρώποισι φιλέει γίνεσθαι everything comes to man by experience, Hdt.7.9.γ, cf. 7.10.ζ, 7.50, Th.3.42, Isoc.6.104, Pl. R. 494c, al.;οἷα φ. γίγνεσθαι Th.7.79
, cf. Hdt.8.128; without γίγνεσθαι, οἷα δὴ φιλεῖ as is wont, Pl.R. 467b;ὁποῖα φ. Luc.Am.9
.3 impers., φιλέει δέ κως προσημαίνειν (sc. ὁ θεός) , εὖτ' ἂν .. Hdt.6.27; ὡς δὴ φιλεῖ.. λόγον ἔχειν ἀνθρώπους as it is usual for.., Plu.Pomp. 73. -
18 ὑποδέχομαι
ὑποδέχομαι, in [dialect] Ion. and [dialect] Dor. Prose [suff] ὑπο-δέκομαι Hdt. (v. infr.), IG42 (1).121.46 (Epid., iv B. C.): [tense] fut.Aδέξομαι Od.16.70
, [dialect] Dor. (Ithaca, iii B. C.): [tense] aor.- εδεξάμην Il.6.136
, rarely (lyr.; used in pass. sense by Poll.1.74, D.C.48.15, PLond. 5.1659.6 (iv A. D.), Sch.Il.14.323; - δεχόμενος in pass. sense, D.C. 55.10, POxy.1894.14 (vi A. D.)): [ per.] 3sg. [dialect] Ep. [tense] aor. 2 or [tense] impf.ὑπέδεκτο Od.14.52
, 275, Hes.Th. 513, Pi.P.9.9; [ per.] 2pl. imper. ὑπόδεχθε cj. Bentl. in Call.Epigr.42; inf.ὑποδέχθαι Il.7.93
; part.ὑποδέγμενος Od.13.310
:—receive into one's house, welcome, ὁ δέ με (sc. Φοίνικα)πρόφρων ὑπέδεκτο Il.9.480
; ;τὸν δ' οὐχ ὑποδέξομαι αὖτις Il.18.59
, Od.19.257;ξεῖνον.. ὑποδέξομαι οἴκῳ 16.70
;Θέτις δ' ὑπεδέξατο κόλπῳ Il.6.136
, cf. 18.398; l. c.;οἰκίοισι ὑ. τινά Hdt.1.41
; ὑπέδεκτο ξεῖνον ὀχέων received the stranger [as he lighted] from his chariot, Pi. l. c.; ὁ ὑποδεξάμενος the man who had received him, Isoc.9.20;ἱκέτας ὑ. E.Heracl. 757
(lyr.), cf. Berl.Sitzb.1927.167 ([place name] Cyrene), Ep.Jac.2.25;φυγάδας Th.5.83
, cf. PRev.Laws44.14 (iii B. C.); harbour a runaway slave, POxy.1643.12 (iii A. D.); [ξένον] ἀγοραῖς καὶ λιμέσι καὶ δημοσίοις οἰκοδομήμασιν ἔξω τῆς πόλεως Pl.Lg. 952e
, cf. 953b, 953d, OGI49.5 (Ptolemais, iii B. C.); ὑ. φρουράν admit an enemy's garrison, D.58.38, cf. 67, IG12.87.10, Arist.Pol. 1303a36; λῃστάς, πειρατάς, harbour brigands, pirates, SIG38B21 (Teos, v B. C.), Supp.Epigr.3.378B11 (Delph., ii/i B. C.), cf. POxy.1408.23 (iii A. D.); ; αἱ Θίβρωνα ὑποδεξάμεναι πόλεις those who admitted him as a friend, X.HG4.8.21, cf. Th.3.111, 6.34: with a thing as subject, γαῖα.. ὑπέδεκτο μάντιν Οἰκλείδαν the earth opened up to receive the seer O., Pi.N.10.8; αἰθὴρ μὲν ψυχὰς ὑπεδέξατο σώμ [ατα δὲ χθών] IG12.945.6; τῆς τεκούσης καὶ θρεψάσης καὶ ὑποδεξαμένης [χώρας] Pl.Mx. 237c.2 entertain to a meal, , cf. IG4.679.15 (Hermione, iii/ii B. C.); ἵνα ἔχῃ ἡ στρατιὰ τὰ ἐπιτήδεια ([etym.] πολλὴ γὰρ οὖσα οὐ πάσης ἔσται πόλεως ὑποδέξασθαι) Th.6.22; ὁ ὑποδεχόμενος the host (at a dinner party), Epict.Fr.17;τὸ πλῆθος λαμπρῶς ὑπεδέξατο D.S. 17.115
, cf. Plu.Alex.23.3 give ear to, hearken to, ;τοὺς λόγους Hdt.8.106
; ὑ. διαβολάς give ear to accusations, Lys.25.11 codd. (leg. ἀπο-).4 admit, allow a thing with which one is taxed, Hdt.4.167;οὐκ ὑ.
refuse to admit, deny,Id.
3.130, 6.69.II take up a burden,ἡ γυνὴ ὑποδεξαμένη φέρει τὸ φορτίον τοῦτο X.Mem.2.2.5
; of ships, take on board,τὰ εἴδη POxy.1412.10
(iii A. D.); of dolphins, Luc.DMar.8.1.2 bear patiently,βίας ὑποδέγμενος ἀνδρῶν Od.13.310
, 16.189; submit to,τὰς κατὰ νόμους παραγγελίας POxy.67.11
(iv A. D.); μέτρον, i. e. accept it as correct, ib. 157.5 (vi A. D.); .III undertake, promise,αἴδεσθεν μὲν ἀνήνασθαι, δεῖσαν δ' ὑποδέχθαι Il.7.93
, cf. Hdt.9.21, 22; ὁ δέ οἱ πρόφρων ὑπέδεκτο (sc. δώσειν) Od.2.387; ὑποδέκομαι (sc. ἐνιαυτοῦ ἀποθυσεῖν τὰ ἴατρα) IG42(1).121.46 (Epid., iv B. C.); c. inf. [tense] fut., h.Cer. 443, Hdt.3.69, 4.119, 133, 6.11, 7.158, 8.29, 102, Th.2.29 (inf. [tense] aor. is v.l. for [tense] fut. in Hdt.1.24, 6.2); c. inf. [tense] pres., Antipho 3.3.6 (s. v. l.); ὑ. τινὶ ἦ μὴν .. c. inf. [tense] fut., Th.8.81; Κορίνθιοι ὑπεδέξαντο τὴν τιμωρίαν undertook to champion their cause, Id.1.25; ὥσπερ ὑπεδέξασθε, βοηθήσατε ib.71; ὑ. μεγάλα τινί make him great promises, Hdt.2.121.ζ; τὴν ἀτραπὸν ἐθελονταὶ Φωκέες ὑποδεξάμενοι Λεωνίδῃ ἐφύλασσον Id.7.217
;ἃ ὑπεδέξατο οὐκ ἐπετέλει Th.2.95
; undertake to contribute,ὅσον ἂν ἕκαστος θέλῃ AJP56.362
(Colophon, iv B. C.); abs., ibid.; ὑπεδέξαντο εἰς τὰ τείχη ib.363; also τὰ ἐκφόρια ἅπερ ὑπεδέξω the rents which you undertook to collect, POxy.1134.7 (v A. D.).2 accept as a responsibility, take in charge, as a nurse, h.Cer. 226; of officials, shippers, farm bailiffs, etc., take over, receive as agent (cf. ὑποδέκτης) , τοὺς νεολέκτους.. ὑποδεξάμενοι κατὰ διαδοχὴν.. παραπέμψατε Wilcken Chr. 469.5 (iv A. D.);καταπιστεῦσαι Αὐρηλίῳ Πέτρῳ.. σιτομέτρῃ.. ὑποδέξασθαι τὸν δημόσιον σῖτον Sammelb.5273.4
(v A. D.), cf. Wilcken Chr.434.12 (iv A. D.), PLips. 34v.7, 58.9, al. (iv A. D.), POxy.1899.16, 1982.17 (v A. D.), Cod.Just.1.5.18.11;τὴν ὑποδοχὴν πᾶσαν τοῦ μακαρίου Ἰούστου αὐτὸς ὑπόδεξαι POxy.1838.1
(vi A. D.); accept (as a liability) a dowry or donatio ante nuptias, Cod.Just.5.17.12, Just.Nov.22.19.IV receive in succession, take up, (lyr.);περαιωθέντας.. λειμὼν ὑποδέχεται Luc.Luct.5
, cf. VH2.44;τὴν εἰς τὸ στόμα φορὰν τῶν περιττωμάτων ὑποδέχεται στόμαχος Gal.6.421
, cf. 432, 18(2).163,176,218; ὁ ὑποδεξάμενος the receiver of stolen goods, Cat.Cod.Astr.1.96.2 intr., of a place, come next, ; of rank, come next in order, ὅταν πλείονες συνδειπνῶσι,.. μέσος ὁ κράτιστος (sc. κάθηται), ὁ δ' ὑποδεχόμενος παρ' αὐτόν Posidon. 15J.
3 intercept,ὁ μὲν.. ἐπόρουσεν, ὁ δ' ἐμμαπέως ὑπέδεκτο Hes. Sc. 442
;ἐν δυσχωρίᾳ [τοὺς πολεμίους] X.Cyr.1.6.35
; of hunters, intercept beaten-up game, ib.2.4.20; catch,τὸ πήδημα τῆς σφαίρας Poll. 9.105
;ὑπτίαις ταῖς χερσὶ [τὸ μῆλον] Philostr.Im.1.6
;τὸ ἐνθεῦτέν μιν οἱ ἐχθροὶ ὑποδεξάμενοι καὶ ὑπὸ δικαστήριον ἀγαγόντες Hdt.6.104
; catch as in a trap, στυγερὸς δ' ὑπεδέξατο κοῖτος a hateful resting-place receives (entraps) them, Od.22.470; ἔτιγάρ νύ με πῆμ' ὑπέδεκτο still more sorrow was in store for me, 14.275; will be her lot,E.
Heracl. 624 (lyr.); ὑποδεξαμένης αὐτοὺς πολλῆς ῥύσεως ὕδατος when a rush of water takes them by surprise, Pl.Lg. 944b.4 catch, collect a liquid,παιδίον θεασάμενος, ἐπειδὴ κατέαξε τὸ σκεῦος, τῷ κοίλῳ τοῦ ψωμίου τὴν φακῆν ὑποδεχόμενον D.L.6.37
; of channels, receive, Aër.31;τὴν ἐσομένην τῶν ὑδάτων εἴσροιαν POxy.1409.19
(iii A. D.);κατεφίλει καὶ ὑπεδέχετο τὰ δάκρυα X.Eph.1.9
;ποταμὸς πάσας ὑποδεχόμενος τὰς ἀνθρωπείας λύμας Plb.5.59.11
, cf. Gp.12.2.4, al.; ἀγγεῖον τὸ μέλλον ὑποδέξεσθαι τὸ ὕδωρ v. l. in Hero Spir.1.24, cf. 30.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποδέχομαι
-
19 πρός
πρός, Prep., expressing direction,A on the side of, in the direction of, hence c. gen., dat., and acc., from, at, to: [dialect] Ep. also [full] προτί and [full] ποτί, in Hom. usually c. acc., more rarely c. dat., and each only once c. gen., Il.11.831, 22.198:—dialectal forms: [dialect] Dor.[full] ποτί (q. v.) and [full] ποί, but Cret. [full] πορτί Leg.Gort.5.44, etc., Argive [full] προτ( [full] ί) Schwyzer 84.3 (found at Tylisus, V B.C.), restored in Mnemos.57.208(Argos, vi B.C.), and in Alcm.30; Arc., Cypr. [full] πός SIG306.11 (Tegea, iv B.C.), Inscr.Cypr. 135.19H., also sts. in Asia Minor in compds., v. ποσάγω, ποσφέρω; [dialect] Aeol. [full] πρός Sapph.69 ([etym.] προς-), 109, Alc.20 (s. v.l.); [full] πρές Jo.Gramm. Comp.3.10; Pamphylian περτ ([etym.] ί) Schwyzer 686.7, 686a4. (With [full] προτί, [full] πρός cf. Skt. práti 'towards, near to, against, back, etc.', Slav. protiv[ucaron], Lett. pret 'against', Lat. pretium: [full] ποτί (q. v.) and [full] πός are not cogn.) A. WITH GEN., πρός refers to that from which something comes:I of Place, from,ἵκετο ἠὲ π. ἠοίων ἦ ἑσπερίων ἀνθρώπων Od. 8.29
;τὸν π. Σάρδεων ἤλεκτρον S.Ant. 1037
(v.l.).2 on the side of, towards, νήσοισι πρὸς Ἤλιδος towards Elis, Od.21.347; π. ἁλός, π. Θύμβρης, Il.10.428, 430;εἶναι π. θαλάσσης Hdt.2.154
;ἱδρῦσθαι π. τοῦ Ἑλλησπόντου Id.8.120
;ἐστρατοπεδεύοντο π. Ὀλύνθου Th.1.62
, etc.; φυλακαὶ π. Αἰθιόπων, π. Ἀραβίων, π. Διβύης, on the frontier towards the Ethiopians, etc., Hdt.2.30: freq. with words denoting the points of the compass, δύω θύραι εἰσίν, αἱ μὲν π. βορέαο, αἱ δ' αὖ π. νότου one on the north side, the other on the south side, Od.13.110;οἰκέουσι π. νότου ἀνέμου Hdt.3.101
; π. ἄρκτου τε καὶ βορέω ἀνέμου κατοικημένοι ib. 102; π. μεσαμβρίης ib. 107; π. τοῦ Τμώλου τετραμμένον τῆς πόλιος (in such phrases the acc. is more common) Id.1.84;π. Πλαταιῶν Th. 3.21
;π. Νεμέας Id.5.59
; ἀπὸ τῆσδε τῆς ὁδοῦ τὸ π. τοῦ λιμένος ἅπαν everything on the harbour- ward side of this road, IG12.892: combined with π. c. acc.,π. ἠῶ τε καὶ τοῦ Τανάϊδος Hdt.4.122
;τὸν μέν π. βορέω ἑστεῶτα, τὸν δὲ π. νότον Id.2.121
, cf. 4.17.3 before, in presence of,μάρτυροι ἔστων π. τε θεῶν μακάρων π. τε θνητῶν ἀνθρώπων Il.1.339
;οὐδ' ἐπιορκήσω π. δαίμονος 19.188
; ποίτοῦ Ἀπόλλωνος .. ὑπίσχομαι prob. in IG22.1126.7 (Amphict. Delph., iv B. C.); ὑποσχομένους πρὸς τοῦ Διός ib.1237.16: hence,b in the eyes of,ἄδικον οὐδὲν οὔτε π. θεῶν οὔτε π. ἀνθρώπων Th.1.71
, cf. X.An.1.6.6, etc.; ὅσιος π. θεῶν Lex ap.And.1.97; κατειπάτω.. ἁγνῶς π. τοῦ θεοῦ if he wishes to be pure in the sight of the god, SIG986.9, cf. 17 (Chios, v/iv B. C.);ὁ γὰρ καιρὸς π. ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει Pi.P.4.286
.4 in supplication or adjuration, before, and so, in the name of,σε.. γουνάζομαι.. π. τ' ἀλόχου καὶ πατρός Od.11.67
;π. θεῶν πατρῴων S.Ant. 839
(lyr.), etc.; ἱκετεύω, ἀντιβολῶ π. παίδων, π. γυναικῶν, etc., D.28.20, etc.: the verb is freq. omitted with π. θεῶν or τῶν θεῶν, E.Hec. 551, S.OT 1037, Ar.V. 760;π. τοῦ Διός Id.Av. 130
: less freq. with other words,π. τῆς ἑστίας E.Fr.953.39
;π. Χαρίτων Luc.Hist.Conscr.14
;μὴ π. γενείου S.El. 1208
;μὴ π. ξενίας τᾶς σᾶς Id.OC 515
(lyr.): sts. in questions, π. θεῶν, τίς οὕτως εὐήθης ἐστίν; in heaven's name, D.1.15;π. τῆς Ἀθηνᾶς.. ; Din.1.45
;ἆρ' οὖν, ὦ π. Διός,.. ; Pl.R. 459a
, cf. Ap. 26e: sts. in Trag. with the pron. σε between prep. and case,π. νύν σε πατρὸς π. τε μητρός.. ἱκνοῦμαι S.Ph. 468
;μὴ π. σε γονάτων E.Med. 324
.5 of origin or descent, from, on the side of, γένος ἐξ Ἁλικαρνησσοῦ τὰ π. πατρός by the father's side, Hdt.7.99;Ἀθηναῖον.. καὶ τὰ π. πατρὸς καὶ τὰ π. μητρός D.57.17
, cf. Isoc.3.42, SIG1015.7 (Halic.); πρόγονοι ἢ π. ἀνδρῶν ἢ γυναικῶν in the male or female line, Pl.Tht. 173d;ὁ πατὴρ π. μὲν ἀνδρῶν ἦν τῶν Εὐπατριδῶν Isoc.16.25
;οἱ συγγενεῖς τοῦ πατρὸς καὶ π. ἀνδρῶν καὶ π. γυναικῶν D.57.23
; οἱ π. αἵματος blood-relations, S.Aj. 1305;ἢ φίλων τις ἢ π. αἵματος φύσιν Id.El. 1125
.II of effects proceeding from what cause soever:1 from, at the hand of, with Verbs of having, receiving, etc.,ὡς ἂν.. τιμὴν καὶ κῦδος ἄρηαι π. πάντων Δαναῶν Il.16.85
, cf. 1.160, etc.;τιμὴν π. Ζηνὸς ἔχοντες Od.11.302
;δίδοι οἱ.. χάριν ποτ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων Pi.O.7.90
; ;φυλακῆς π. δήμου κυρῆσαι Hdt.1.59
;τυχεῖν τινος π. θεῶν A.Th. 550
, cf. S.Aj. 527;λαχὼν π. δαιμόνων ὄλβον Pi.N.9.45
;κακόν τι π. θεῶν ἢ π. ἀνθρώπων λαβεῖν Hdt.2.139
, etc.;μανθάνειν π. ἀστῶν S.OC13
: with passive Verbs, προτὶ Ἀχιλλῆος δεδιδάχθαι to have been taught by.., Il.11.831, cf. S.OT 357;ἄριστα πεποίηται.. πρὸς Τρώων Il.6.57
; αἴσχε' ἀκούω π. Τρώων ib. 525, cf. Heraclit.79;ταῦτα.. π. τούτου κλύειν S.OT 429
;οὐ λέγεται π. οὐδαμῶν Hdt.1.47
; ἀτιμάζεσθαι, τετιμῆσθαι π. τινῶν, ib.61,2.75; alsoλόγου οὐδενὸς γίνεσθαι π. τινῶν Id.1.120
; παθεῖν τι π. τινός at the hand of, ib.73;π. ἀλλήλοιν θανεῖν E. Ph. 1269
, cf. S.OT 1237; π. τῆς τύχης ὄλωλεν ib. 949;τὸ ποιεύμενον π. τῶν Λακεδαιμονίων Hdt.7.209
;αἰτηθέντες π. τινὸς χρήματα Id.8.111
;ἱμέρου βέλει π. σοῦ τέθαλπται A.Pr. 650
: with an Adj. or Subst.,τιμήεσσα π. πόσιος Od.18.162
;ἐπίφθονος π. τῶν πλεόνων ἀνθρώπων Hdt.7.139
;ἔρημος π. φίλων S.Ant. 919
;ἀπαθὴς π. ἀστῶν Pi.P.4.297
;πειθὼ π. τινός S.El. 562
;π. Τρώων.. κλέος εἶναι Il.22.514
; ἄρκεσις π. ἀνδρός, δόξα π. ἀνθρώπων, S.OC73, E.Heracl. 624 (lyr.);ἐλίπετο ἀθάνατον μνήμην π. Ἑλλησποντίων Hdt.4.144
: with an Adv., οἶμαι γὰρ ἂν οὐκ ἀχαρίστως μοι ἔχειν οὔτε π. ὑμῶν οὔτε π. τῆς Ἑλλάδος I shall meet with no ingratitude at your hands, X.An.2.3.18, cf. Pl.R. 463d.2 of things, π. τίνος ποτ' αἰτίας [τέθνηκεν]; from of by what cause? S.OT 1236; π. ἀμπλακημάτων by or by reason of.., Id.Ant.51.III of dependence or close connexion: hence,1 dependent on one, under one's protection,π. Διός εἰσι ξεῖνοί τε πτωχοί τε Od.6.207
,14.57; δικασπόλοι, οἵ τε θέμιστας π. Διὸς εἰρύαται by commission from him, Il.1.239; π. ἄλλης ἱστὸν ὑφαίνοις at the bidding of another, 6.456.2 on one's side, in one's favour, Hdt.1.75, 124, S.OT 1434, Tr. 479, etc.;π. τῶν ἐχόντων.. τὸν νόμον τίθης E.Alc. 57
.IV of that which is derivable from: hence, agreeable to, becoming, like,τὰ τοιαῦτα ἔργα οὐ π. τοῦ ἅπαντος ἀνδρὸς νενόμικα γίνεσθαι, ἀλλὰπ. ψυχῆς τε ἀγαθῆς καὶ ῥώμης ἀνδρηΐης Hdt.7.153
, cf.5.12; ἦ κάρτα π. γυναικὸς αἴρεσθαι κέαρ 'tis very like a woman, A.Ag. 592, cf. 1636;οὐ π. ἰατροῦ σοφοῦ θρηνεῖν ἐπῳδάς S.Aj. 581
, cf. Ar.V. 369, E.Hel. 950, etc.;π. σοῦ ἐστι Id.HF 585
, etc.;οὐκ ἦν π. τοῦ Κύρου τρόπου X.An. 1.2.11
, etc.: of qualities, etc.,π. δυσσεβείας A.Ch. 704
; π. δίκης οὐδὲν τρέμων agreeably to justice, S.OT 1014, cf.El. 1211;οὐ π. τῆς ὑμετέρας δόξης Th.3.59
; ἐάν τι ἡμῖν π. λόγου ᾖ if it be at all to our purpose, Pl.Grg. 459c;εἰ τόδε π. τρόπου λέγω
correctly,Id.
R. 470c; but π. τρόπου τι ὠνεῖσθαι buy at a reasonable price, Thphr.Char.30.12;τὰ γενήματα π. ἐλάσσονος τιμᾶς πωλῶν IG5(2).515.14
([place name] Lycosura); π. ἀγαθοῦ, π. κακοῦ τινί ἐστι or γίγνεται, it is to one's advantage or otherwise, Arist.Mu. 397a30, Arr.An.7.16.5, Hld.7.12; π. ἀτιμίας λαβεῖν τι to take a thing as an insult, regard it so, Plu.Cic.13;π. δέους λαβεῖν τι Id.Flam.7
; λαβεῖν τι π. ὀργῆς (v.l. ὀργήν) J.AJ8.1.3; μοι π. εὐκλείας γένοιτο ib. 18.7.7; τῷ δήμῳ π. αἰσχύνης ἂν ἦν, π. ὀνείδους ἂν ἦν τῇ πόλει, Lib.Decl.43.27,28.B WITH DAT., it expresses proximity, hard by, near, at,ποτὶ γαίῃ Od.8.190
, 11.423;ποτὶ γούνασι Il.5.408
; ποτὶ δρυσίν among the oaks, 14.398 (nisi leg. περί); πρὸς ἄκμονι χαλκεύειν Pi.P.1.86
; ποτὶ γραμμᾷ στᾶσαί τινα ib.9.118; ἄγκυραν ποτὶ ναΐ κρημνάντων ib.4.24;δῆσαί τινα πρὸς φάραγγι A.Pr.15
;νεὼς καμούσης ποντίῳ π. κύματι Id.Th. 210
;π. μέσῃ ἀγορᾷ S.Tr. 371
;π. Ἀργείων στρατῷ Id.Aj.95
;π. πέδῳ κεῖται Id.OT 180
(lyr.); θακεῖν π. ναοῖς ib.20, cf. A.Eu. 855;π. ἡλίου ναίουσι πηγαῖς Id.Pr. 808
;π. τῇ γῇ ναυμαχεῖν Th. 7.34
; ἐς μάχην καθίστασθαι π. (v.l. ὑπ')αὐτῇ τῇ πόλει Id.2.79
;τεῖχος π. τῇ θαλάσσῃ Id.3.105
;αἱ π. θαλάττῃ πόλεις X.HG4.8.1
; τὸ π. Αἰγίνῃ στράτευμα off Aegina, Th.1.105; Αίβυες οἱ π. Αἰγύπτῳ bordering on.., ib. 104; τὸ π. ποσί that which is close to the feet, before one, S.OT 130, etc.; θρηνεῖν ἐπῳδὰς π... πήματι over it, Id.Aj. 582; αἱ π. τῇ βάσει γωνίαι the angles at the base, Euc.1.5,al.;τὴν π. τῷ.. ιερῷ κρήνην IG22.338.13
, cf. SIG1040.15 (Piraeus, iv B. C.), al.2 before, in the presence of, π. τοῖς θεσμοθέταις, π. τῷ διαιτητῇ λέγειν, D. 20.98,39.22;ὅσα π. τοῖς κριταῖς γέγονεν Id.21.18
;π. διαιτητῇ φεύγειν Id.22.28
.3 with Verbs denoting motion towards a place, upon, against,ποτὶ δὲ σκῆπτρον βάλε γαίῃ Il.1.245
, Od.2.80;με βάλῃ.. ποτὶ πέτρῃ 5.415
, cf. 7.279, 9.284; , cf. 5.401; λιαζόμενον ποτὶ γαίῃ sinking on the ground, Il.20.420;ἴσχοντες πρὸς ταῖς πόλεσι Th.7.35
.4 sts. with a notion of clinging closely, προτὶ οἷ λάβε clasped to him, Il.20.418;προτὶ οἷ εἷλε 21.507
;πρὸς ἀλλήλῃσιν ἔχονται Od.5.329
;προσπεπλασμένας.. π. ὄρεσι Hdt.3.111
; π. δμῳαῖσι κλίνομαι fall into the arms of.., S.Ant. 1189;π. τινί
close to,Men.
Epit. 204.II to express close engagement, at the point of,π. αὐτῷ γ' εἰμὶ τῷ δεινῷ λέγειν S.OT 1169
; engaged in or about,π. τῷ εἰρημένῳ λόγῳ ἦν Pl.Phd. 84c
, cf. Phdr. 249c, 249d;ἂν π. τῷ σκοπεῖν.. γένησθε D.18.176
;ἀεὶ π. ᾧ εἴη ἔργῳ, τοῦτο ἔπραττεν X. HG4.8.22
; διατρίβειν or σχολάζειν π. τινί, Epicr.11.3 (anap.), Arist. Pol. 1308b36 (butπ. ταῦτα ἐσχόλασα X.Mem.3.6.6
);ὅλος εἶναι π. τῷ λήμματι D.19.127
;π. τῇ ἀνάγκῃ ταύτῃ γίγνεσθαι Aeschin.1.74
; τὴν διάνοιαν, τὴν γνώμην ἔχειν π. τινί, Pl.R. 500b, Aeschin.3.192; κατατάξαι αὐτὸν π. γράμμασιν, i.e. give him a post as clerk, PCair.Zen. 342.3 (iii B. C.);ὁ π. τοῖς γράμμασι τεταγμένος Plb.15.27.7
, cf. 5.54.7, D.S.2.29,3.22;ἐπιμελητὴς π. τῇ εἰκασίᾳ τοῦ σησάμου PTeb.713.2
, cf.709.1 (ii B. C.).III to express union or addition, once in Hom., ἄασάν μ' ἕταροί τε κακοὶ π. τοῖσί τε ὕπνος and besides them sleep, Od.10.68;π. τοῖς παροῦσιν ἄλλα
in addition to,A.
Pr. 323, cf. Pers. 531, Xenoph.8.3. Emp.59.3;ἄλλους π. ἑαυτῷ Th.1.90
; π. ταῖς ἡμετέραις [τριήρεσι] Id.6.90;δέκα μῆνας π. ἄλλοις πέντε S.Tr.45
;τρίτος.. π. δέκ' ἄλλαισιν γοναῖς A.Pr. 774
; κυβερνήτης π. τῇ σκυτοτομίᾳ in addition to his trade of leather-cutter, Pl.R. 397e: freq. with neut. Adjs., π. τῷ νέῳ ἁπαλός besides his youth, Id.Smp. 195c, cf. Tht. 185e;π. τῷ βλαβερῷ καὶ ἀηδέστατον Id.Phdr. 240b
; π. τούτοισι besides this, Hdt.2.51, cf. A.Pers. 237 (troch.), etc.; rarely in sg.,π. τούτῳ Hdt.1.31
,41; π. τοῖς ἄλλοις besides all the rest, Th.2.61, etc.:—cf. the Advb. usage, infr. D.C WITH ACCUS., it expresses motion or direction towards an object:I of Place, towards, to, with Verbs of Motion,ἰέναι π. Ὄλυμπον Il.1.420
; ἰέναι π. δώματα, etc., Od.2.288, etc.;ἰέναι π. ἠῶ τ' ἠέλιόν τε Il.12.239
; φέρειν προτὶ ἄστυ, ἄγειν προτὶ Ἴλιον, etc., 13.538, 657, etc.; ἄγεσθαιπρὸς οἶκον, ἐρύεσθαι ποτὶ Ἴλιον, 9.147,18.174; ὠθεῖν, δίεσθαι προτὶ ἄστυ, 16.45, 15.681, etc.;ῥίπτασκε ποτὶ νέφεα Od.8.374
;βαλεῖν ποτὶ πέτρας 12.71
;κυλινδόμενα προτὶ χέρσον 9.147
; ἀπῆλθε πρὸς ἑαυτόν returned to his home, LXX Nu.24.25; κληθῆναι π. τὸ δεῖπνον (rarer than ἐπὶ δεῖπνον) Plu. Cat.Ma.3.2 with Verbs implying previous motion, upon, against, π. τεῖχος, π. κίονα ἐρείσας, Il.22.112, Od.8.66;ἅρματα.. ἔκλιναν π. ἐνώπια Il.8.435
;ἔγχος ἔστησε π. κίονα Od.1.127
;ποτὶ τοῖχον ἀρηρότες 2.342
;ποτὶ βωμὸν ἵζεσθαι 22.334
;πρὸς γοῦνα καθέζετό τινος 18.395
;π. ἄλλοτ' ἄλλον πημονὴ προσιζάνει A.Pr. 278
;τὰ πολλὰ πατρὸς π. τάφον κτερίσματα S.El. 931
; χῶρον π. αὐτὸν τόνδ' dub. in Id.Ph.23; later,ἔστη π. τὸν στῦλον LXX 4 Ki.23.3
;ὁ ὄχλος π. τὴν θάλασσαν ἐπὶ τῆς γῆς ἦσαν Ev.Marc.4.1
; π. ὑμᾶς παραμενῶ with you, 1 Ep.Cor.16.6;ἐκήδευσαν τὸν.. πατέρα.. π. τοὺς λοιποὺς συγγενεῖς
beside,Supp.Epigr.
6.106 ([place name] Cotiaeum).b of addition, (Argos, v B. C.);ἵππον προσετίθει πρὸς τοὔνομα Ar.Nu.63
, cf. Hdt.6.125, X.HG1.5.6, Pl.Phlb. 33c, Arist.Rh. 1359b28; προσεδαπάνησε π. τὸ μερισθὲν αὐτῷ εἰς τὸ ἔλαιον ἐκ τῶν ἰδίων over and above the sum allotted to him, IG22.1227.9; προσετέθη π. τὸν λαὸν αὐτοῦ was gathered to his people, LXX Ge.49.33.3 with Verbs of seeing, looking, etc., towards,ἰδεῖν π. τινά Od.12.244
, al.; ὁρᾶν, ἀποβλέπειν π. τι or τινά, A.Supp. 725, Ar.Ach. 291, etc.;ἀνταυγεῖ π. Ὄλυμπον Emp.44
; στάντε ποτὶ πνοιήν so as to face it, Il.11.622 (similarly, πέτονται πρὸς τὸ πνεῦμα against the wind, Arist.HA 597a32); κλαίεσκε π. οὐρανόν cried to heaven, Il.8.364: freq. of points of the compass, π. ζόφον κεῖσθαι lie towards the West, Od.9.26;ναίειν π. ἠῶ τ' ἠέλιόν τε 13.240
;στάντα π. πρώτην ἕω S.OC 477
; so in Prose,π. ἠῶ τε καὶ ἡλίου ἀνατολάς Hdt. 1.201
, cf. 4.40;π. βορέην τε καὶ νότον Id.2.149
; alsoἀκτὴ π. Τυρσηνίην τετραμμένη τῆς Σικελίης Id.6.22
(v. supr. A. 1.2); π. ἥλιον facing the sun, and so, in the sunlight, Ar.V. 772; so π. λύχνον by lamplight, Id. Pax 692, Jul.Ep.4;π. τὸ λύχνον Hippon.22
Diehl, cf. Arist.Mete. 375a27;πὸτ τὸ πῦρ Ar.Ach. 751
;πρὸς τὸ πῦρ Pl.R. 372d
, cf. Arist.Pr. 870a21; π. φῶς in open day, S.El. 640; but, by torch-light, Plu.2.237a.4 in hostile sense, against,π. Τρῶας μάχεαι Il.17.471
;ἐστρατόωνθ'.. π. τείχεα Θήβης 4.378
; π. δαίμονα against his will, 17.98;βεβλήκει π. στῆθος 4.108
;γούνατ' ἐπήδα π. ῥόον ἀΐσσοντος 21.303
;χρὴ π. θεὸν οὐκ ἐρίζειν Pi.P.2.88
;π. τοὐμὸν σπέρμα χωρήσαντα S.Tr. 304
;ἐπιέναι π. τινάς Th.2.65
;ὅσα ἔπραξαν οἱ Ἕλληνες π. τε ἀλλήλους καὶ τὸν βάρβαρον Id.1.118
;ἀγωνίζεσθαι π. τινά Pl.R. 579c
;ἀντιτάττεσθαι π. πόλιν X.Cyr.3.1.18
: also in argument, in reply to,ταῦτα π. τὸν Πιττακὸν εἴρηται Pl.Prt. 345c
; and so in the titles of judicial speeches, πρός τινα in reply to, less strong than κατά τινος against or in accusation, D.20 tit., etc.;μήτε π. ἐμὲ μήτε κατ' ἐμοῦ δίκην εἶναι Is.11.34
.5 without any hostile sense,π. ἀλλήλους ἔπεα πτερόεντ' ἀγόρευον Il.3.155
,cf.5.274,11.403,17.200;π.ξεῖνον φάσθαι ἔπος ἠδ' ἐπακοῦσαι Od.17.584
; λέγειν, εἰπεῖν, φράζειν π. τινά, Hdt. 1.8,90, Ar.V. 335, Nu. 359;ἀπαγγεῖλαι π. τινάς A.Ch. 267
;μνησθῆναι π. τινά Lys.1.19
, etc.;ἀμείψασθαι π. τινά Hdt.8.60
codd.;ἀποκρίνεσθαι π. τινάς Ar.Ach. 632
, Th.5.42; ὤμοσε δὲ π. ἔμ' αὐτόν he swore to me, Od.14.331: π. sts. governs the reflex. pron.,διαλογίζεσθαι π. ὑμᾶς αὐτούς Is.7.45
; ἀναμνήσθητε, ἐνθυμήθητε π. ὑμᾶς αὐτούς, Isoc.6.52, 15.60;π. ἐμαυτὸν.. ἐλογιζόμην Pl.Ap. 21d
; μινύρεσθαι, ἄδειν π. ἑαυτόν, Ar.Ec. 880, 931;ἐπικωκύω.. αὐτὴ π. αὑτήν S.El. 285
.b π. σφέας ἔχειν δοκέουσι, i.e. they think they are pregnant, Hp.Nat.Puer. 30.6 of various kinds of intercourse or reciprocal action, π... Διομήδεα τεύχε' ἄμειβεν changed arms with Diomedes, Il.6.235;ὅσα.. ξυμβόλαια.. ἦν τοῖς ἰδιώταις π. τοὺς ἰδιώτας ἢ ἰδιώτῃ π. τὸ κοινόν IG12.116.19
; σπονδάς, συνθήκας ποιεῖσθαι π. τινά, Th.4.15, Plb.1.17.6;ξυγχωρεῖν π. τινάς Th.2.59
;γίγνεται ὁμολογία π. τινάς Id.7.82
, cf. Hdt. 1.61;π. τινὰς ξυμμαχίαν ποιεῖς θαι Th.5.22
;π. ἀλλήλους ἡσυχίαν εἶχον καὶ π. τοὺς ἄλλους.. εἰρήνην ἦγον Isoc.7.51
;π. ἀλλήλους ἔχθραι τε καὶ στέργηθρα A.Pr. 491
; alsoσαίνειν ποτὶ πάντας Pi.P.2.82
, cf. O.4.6;παίζειν πρός τινας E.HF 952
, etc.;ἀφροδισιάζειν π. τινά X.Mem.1.3.14
;ἀγαθὸς γίγνεσθαι π. τινά Th.1.86
;εὐσεβὴς π. τινὰς πέλειν A.Supp. 340
; διαλέγεσθαι π. τινά converse with.., X.Mem.1.6.1, Aeschin.2.38,40, 3.219;κοινοῦσθαι π. τινάς Pl.Lg. 930c
;π. τοὺς οἰκέτας ἀνακοινοῦσθαι περὶ τῶν μεγίστων Thphr.Char.4.2
; διαλογίζεσθαι π. τινά balance accounts with.., D.52.3, cf. SIG241.127 (Delph., iv B. C.);ἃ ἔχει διελόμενος π. τὸν ἀδελφόν IG12(7).55.8
(Amorgos, iv/iii B. C.), cf. D. 47.34.b in phrases of the form ἡ π. τινὰ εὔνοια (ἔχθρα, etc.), π. sts. means towards, as ἡ π. αὑτοὺς φιλία the affection of their wives towards or for them, X.Cyr.3.1.39;ἡ π. ὑμᾶς ἔχθρα Id.HG3.5.10
;ἡ ἀπέχθεια ἡ π. τοὺς πλουσίους Arist.Pol. 1305a23
;τὴν π. τοὺς τετελευτηκότας εὔνοιαν ὑπάρχουσαν D.18.314
, cf. SIG352.13 (Ephesus, iv/iii B. C.), al.;φυσικαὶ τοκέων στοργαὶ π. τέκνα ποθεινά IG12(5).305.13
([place name] Paros): but sts. at the hands of, ἡ π. τὸ θεῖον εὐμένεια the favour of the gods, Th.5.105; φθόνος τοῖς ζῶσι π. τὸ ἀντίπαλον jealousy is incurred by the living at the hands of their rivals, Id.2.45; τὴν ἀπέχθειαν τὴν π. Θηβαίους.. τῇ πόλει γενέσθαι the hostility incurred by Athens at the hands of the Thebans, D.18.36, cf.6.3, 19.85; τῇ φιλίᾳ τῇ π. τὸν τετελευτηκότα the friendship with (not 'affection for') the deceased, Is.1.17, cf. Pl.Ap. 21c, 28a, Isoc.15.101,19.50, Lycurg.135, Din.1.19, etc.;τίνος ὄντος ἐμοὶ π. ὑμᾶς ἐγκλήματος; Lys.10.23
, cf. 16.10;τιμώμενος.. διὰ τὴν π. ὑμᾶς πίστιν Din.3.12
, cf. Lys.12.67, D.20.25; τῷ φόβῳ τῷ π. ὑμᾶς the fear inspired by you, Id.25.93; τῇ π. Ῥωμαίους εὐνοία his popularity with the Romans, Plb.23.7.5.7 of legal or other business transacted before a magistrate, witness, etc.,τάδε ὁ σύλλογος ἐβουλεύσατο.. π. μνήμονας SIG45.8
(Halic., v B. C.), cf. IG7.15.1 (Megara, ii B. C.); γράφεσθαι αὐτὸν κλοπῆς.. π. τοὺς ἐπιμελητάς ib.12.65.46; ἀτέλειαν εἶναι αὐτῷ καὶ δίκας π. τὸν πολέμαρχον ib.153.7; λόγον διδόντων τῶν.. χρημάτων.. π. τοὺς λογιστάς ib.91.27; before a jury,ἔστι δὲ τούτοις μὲν π. ὑμᾶς ἁγών, ὑμῖν δὲ π. ἅπασαν τὴν πόλιν Lys. 26.14
;ἀντιδικῆσαι τῷ παιδὶ.. π. ὑμᾶς Is.11.19
codd. (dub.); before a witness to whom an appeal for corroboration is made, Id.3.25; ([place name] Elis); φέρρεν αὐτὸν πὸ (τ) τὸν Δία in the eyes of Zeus, ib.415.7(ibid.); λαχεῖν πρὸς τὸν ἄρχοντα, γράφεσθαι π. τοὺς θεσμοθέτας, D.43.15, Lex ib.21.47, cf. Arist.Ath.56.6;τοῖς ἐμπόροις εἶναι τὰς δίκας π. τοὺς θεσμοθέτας D.33.1
; θέντων τὰ.. ποτήρια.. π. Πολύχαρμον having pawned the cups with P., IPE12.32A15 (Olbia, iii B. C.); alsoδιαβάλλειν τινὰ π. τοὺς πολλούς X. Mem. 1.2.31
, cf. D.7.33.II of Time, towards or near a certain time, at or about,ποτὶ ἕσπερα Od.17.191
;ποτὶἕσπερον Hes.Op. 552
;πρὸς ἑσπέραν Pl.R. 328a
;ἐπεὶ π. ἑσπέραν ἦν X.HG4.3.22
;π. ἡμέραν Id.An.4.5.21
;π. ὄρθρον Ar.Lys. 1089
; ποτ' ὄρθρον (nisi leg. πότορθρον) Theoc.5.126, Erinn. in PSI9.1090.48 + 8 (p.xii); ; π.ἀῶ ἐγρέσθαι, π. ἡμέραν ἐξεγρέσθαι, Theoc.18.55, Pl.Smp. 223c; π. γῆρας, π. τὸ γῆρας, in old age, E.Med. 592, Pl.Lg. 653a; π. εὐάνθεμον φυάν in the bloom of life, Pi.O.1.67; μέχρις ὅτου π. γυναῖκας ὦσι, i.e.of marriageable age, IG22.1368.41: later, π.τὸ παρόν for the moment, Luc.Ep. Sat.28, etc.; v. infr. 111.5.III of Relation between two objects,1 in reference to, in respect of, touching, τὰ π. τὸν πόλεμον military matters, equipments, etc., Th.2.17, etc.; τὰ π. τὸν βασιλέα our relations to the King, D.14.2; τὰ π. βασιλέα πράγματα the negotiations with the King, Th.1.128; τὰ π. τοὺς θεούς our relations, i.e. duties, to the gods, S.Ph. 1441;μέτεστι π. τὰ ἴδια διάφορα πᾶσι τὸ ἴσον.. ἐλευθέρως δὲ τὰ π. τὸ κοινὸν πολιτεύομεν Th.2.37
;οὐδὲν διοίσει π. τὸ γενέσθαι..
in respect of..,Arist.
APr. 24a25, cf. Pl.Phd. 111b; ἕτερος λόγος, οὐ π. ἐμέ that is another matter, and does not concern me, D.18.44, cf. 21,60, Isoc.4.12; τῶν φορέτρων ὄντων π. ἐμέ freightage shall be my concern, i.e. borne by me, PAmh.91.18 (ii A. D.);π. τοῦτον ἦν ἡ τῶν διαφόρων πρᾶξις LXX 2 Ma.4.28
; ἐὰν.. βοᾷ καὶ σχετλιάζῃ μηδὲν π. τὸ πρᾶγμα, nihil ad rem, D.40.61; οὐδὲν π. τὸν Διόνυσον Prov. ap.Plb.39.2.3, Suid.; οὐδὲν αὐτῷ π. τὴν πόλιν ἐστίν he owes no reckoning to the State, D.21.44;λόγος ἐστὶν ἐμοὶ π. Ἀθηναίους Philonid. 1
D.;π. Ἰάσονά ἐστιν αὐτῷ περὶ τῆς τιμῆς PHamb.27.8
(iii B. C.), cf. PCair.Zen.150.18 (iii B. C.); ἔσται αὐτῷ π. τὸν Θεόν (sc. ὁ λόγος ) he shall have to reckon with God, Supp.Epigr.6.188, cf. 194, al. ([place name] Eumenia); without αὐτῷ, ib.236 ([place name] Phrygia);ἔσται π. τὴν Τριάδαν MAMA1.168
, cf. Supp.Epigr.6.302 (Laodicea Combusta); ἕξει π. τὸν Θεόν ib.300, al. (ibid.); ἕξει π. τὴν ἐωνίαν κρίσιν ib.4.733 ([place name] Eukhaita), cf. 6.841 ([place name] Cyprus);π. πολλοὺς ἔχων ἀγωνιστάς Suid.
s.v. ὅσα μῦς ἐν πίσσῃ, cf. 2 Ep.Cor.5.12: with Advbs.,ἀσφαλῶς ἔχειν π. τι X.Mem.1.3.14
, etc.; [τὸ or τὰ] πρός τι, the relative term or terms, Arist.Cat. 1b25, 6a36, al.; τὸ π. τι, Pythag. name for two, Theol.Ar.8; π. ἡμᾶς relatively to us, opp. ἁπλῶς, Arist.APo. 72a1; ὀρθὸς πρός or ποτί c. acc., perpendicular to, Archim.Sph.Cyl.2.3, Spir.20; ἁ Δζ ποτὶ τὰν ΑΔ ἀμβλεῖαν ποιεῖ γωνίαν ib.16.2 in reference to, in consequence of,πρὸς τοῦτο τὸ κήρυγμα Hdt.3.52
, cf. 4.161;π. τὴν φήμην
in view of..,Id.
3.153, cf. Th.8.39;χαλεπαίνειν π. τι Id.2.59
;ἀθύμως ἔχειν π. τι X.HG4.5.4
, etc.: with neut. Pron.,π. τί;
wherefore? to what end?S.
OT 766, 1027, etc.; π. οὐδέν for nothing, in vain, Id.Aj. 1018; π. οὐδὲν ἀναγκαῖον unnecessarily, Sch.Il.9.23;π. ταῦτα
therefore, this being so,Hdt.
5.9,40, A.Pr. 915, 992, S.OT 426, etc.; cf. οὗτος c. v111.1b.3 in reference to or for a purpose,ἕστηκεν.. μῆλα π. σφαγάς A.Ag. 1057
; χρήσιμος, ἱκανὸς π. τι, Pl.Grg. 474d, Prt. 322b;ὡς π. τί χρείας; S.OT 1174
, cf. OC71, Tr. 1182;ἕτοιμος π. τι X.Mem.4.5.12
;ἱκανῶς ὡς π. τὴν παροῦσαν χρείαν Arist. Cael. 269b21
;ἢν ἀρήγειν φαίνηται π. τὴν σύμπασαν νοῦσον Hp.Acut. 60
; ποιεῖ π. ἐπιλημπτικούς is efficacious for cases of epilepsy, Dsc.1.6;ἐθέλοντες τὰ π. τὴν νοῦσον ἡδέα μᾶλλον ἢ τὰ π. τὴν ὑγιείην προσδέχεσθαι Hp. de Arte7
.b with a view to or for a future time,ὅπως.. γράμματα δῷ π. ἢν ἂν ἡμέραν ἑκάτεροι παραγίνωνται SIG679.62
(Senatus consultum, ii B. C.);θαυμάζεται τὰ Περικλέους ἔργα π. πολὺν χρόνον ἐν ὀλίγῳ γενόμενα Plu.Per.13
.c = πρός B. 11,ἐγίνετο π. ἀναζογήν Plb.3.92.8
;ὄντων π. τὸ κωλύειν Id.1.26.3
, cf. 1.29.3, al., Plu.Nic.5.4 in proportion or relation to, in comparison with,κοῖός τις δοκέοι ἀνὴρ εἶναι π. τὸν πατέρα Κῦρον Hdt.3.34
;ἔργα λόγου μέζω π. πᾶσαν χώρην Id.2.35
;π. πάντας τοὺς ἄλλους Id.3.94
, 8.44;πολλὴν ἂν οἶμαι ἀπιστίαν τῆς δυνάμεως.. π. τὸ κλέος αὐτῶν εἶναι Th.1.10
, cf. Pi.O.2.88, Pl. Prt. 327d, 328c, Phd. 102c, etc.; π. τὰς μεγίστας καὶ ἐλαχίστας ναῦς τὸ μέσον σκοπεῖν the mean between.., Th.1.10;τὸ κάλλιστον τῶν ἔργων π. τὸ αἴσχιστον συμβαλεῖν Lycurg.68
;ἓν π. ἓν συμβάλλειν Hdt.4.50
; alsoἔχεις π. τὰ ἔτη μέλαιναν τὴν τρίχα Thphr. Char.2.3
;ἐνδεεστέρως ἢ π. τὴν ἐξουσίαν Th.4.39
: also of mathematical ratio, οἷος ὁ πρῶτος (sc. ὅρος)ποτὶ τὸν δεύτερον, καὶ ὁ δεύτερος ποτὶ τὸν τρίτον Archyt.2
, cf. Philol.11, Pl.Ti. 36b, Arist.Rh. 1409a4, al., Euc. 5 Def.4, etc.; πρὸς παρεὸν.. μῆτις ἀέξεται ἀνθρώποισι in proportion to the existing (physical development), Emp.106: also of price, value, πωλεῖσθαι δὶς π. ἀργύριον sells twice against or relatively to silver, i.e. for twice its weight in silver, Thphr.HP9.6.4;πωλεῖται ὁ σταθμὸς αὐτοῦ π. διπλοῦν ἀργύριον Dsc.1.19
; [ἡ μαργαρῖτις λίθος] πωλεῖται.. π. χρυσίον for its weight in gold, Androsthenes ap.Ath.3.93b: metaph.,π. ἀρετήν Pl.Phd. 69a
; ὅπως π. τὰς τιμὰς τῶν κριθῶν τὰ ἄλφιτα πωλήσουσι on the basis of the price of barley, Arist.Ath.51.3; ἐξέστω αὐτοῦ ἀπογραφὴ τῆς οὐσίας π. τοῦτο τὸ ἀργύριον Ἀθηναίων τῷ βουλομένῳ property equal in value to this silver, IG22.1013.14, cf. PHib. 1.32.9 (iii B. C.), IG5(1).1390.78 (Andania, i B. C.);τῶν ἐγγύων τῶν ἐγγυωμένων π. [αὐτὰ] τὰ κτήματα SIG364.42
(Ephesus, iii B. C.);θέντων τὰ ποτήρια π. χρυσοῦς ἑκατόν IPE12.32A16
(Olbia, iii B. C.); τοὺς ἀπαγομένους εἰς φυλακὴν π. τὰ χρέα imprisoned for debt, Plb. 38.11.10, cf. 1.72.5, 5.27.4,5,7,5.108.1, PTeb.707.9 (ii B. C.);τοὺς π. καταδίκας ἐκπεπτωκότας Plb.25.3.1
, cf. SIG742.31 (Ephesus, i B. C.);ἐγδίδομεν τὸ ἔργον.. π. χαλκόν IG7.3073.6
(Lebad., ii B. C.), cf. PSI5.356.7 (iii B. C.), PTeb. 825 (a).16 (ii B. C.), Sammelb.5106.3 (ii B. C.);οἷον π. ἀργύριον τὴν δόξαν τὰς ψυχὰς ἀποδιδόμενοι Jul. Or.1.42b
; π. ἅλας ἠγορασμένος, i.e. 'dirt cheap', Men.828 (also π. ἅλα δειπνεῖν καὶ κύαμον, i.e. dine frugally, take pot-luck, Plu.2.684f); soἡδονὰς π. ἡδονὰς.. καταλλάττεσθαι Pl.Phd. 69a
; of measurements of time by the flow from the clepsydra,π. ἕνδεκα ἀμφορέας ἐν διαμεμετρημένῃ τῇ ἡμέρᾳ κρίνομαι Aeschin.2.126
, cf. Arist.Ath.67.2,3,69.2;λεγέσθω τᾶς δίκας ὁ μὲν πρᾶτος λόγος ἑκατέροις ποτὶ χόας δεκαοκτώ SIG953.17
(Calymna, ii B. C.); λεξάντων πρὸς τὴν τήρησιν τοῦ ὕδατος ib.683.60 (Olympia, ii B. C.); π. κλεψύδραν Eub.p.182 K., Epin. 2;π. κλεψύδρας Arist.Po. 1451a8
;π. ὀλίγον ὕδωρ ἀναγκαζόμενος λέγειν D.41.30
; hence later, π. ὀλίγον for a short time,ἐπανεῖναι π. ὀλίγον τὴν πολιορκίαν J.BJ5.9.1
, cf. Alex.Aphr. in Top.560.2, Hld.2.19, POxy67.14 (iv A.D.), Orib.Fr.116, Gp.4.15.8; π.ὀλίγον καιρόν, χρόνον, Antyll. ap. Orib.9.24.26, Paul.Aeg.Prooem.; π. ὀλίγον ἐστὶ τὸ ζῆν Poet. in Mus.Script.p.452 von Jan;μήτηρ δ' ἦν π. μικρόν Sammelb. 7288.4
([place name] Ptolemaic);π. βραχύ Jul.Or.1.47b
(but π. βραχὺ παρηβηκυίας (by) a little past their best, Gp.4.15.3);π. βραχὺν καιρόν Iamb. Protr. 21
.κα'; π. τὸ ἀκαρές Porph.Gaur.3.3
;π. μίαν ἢ δευτέραν ἡμέραν Dsc. 2.101
, cf. Sor.1.56;π. δύο ἡμέρας ἐκοίμησα ἐκεῖ BGU775.8
(ii A. D.);π.μόνην τὴν ἐνεστῶσαν ἡμέραν Sammelb. 7399
(ii A.D.), cf. M.Ant.12.4;προστιμάσθω π. χρόνον μὴ εἰσελθεῖν ὅσον ἂν δόξῃ IG22.1368.89
.5 in or by reference to, according to, in view of,π. τὸ παρεὸν βουλεύεσθαι Hdt. 1.20
, cf. 113, Th.6.46,47, IG22.1.20, etc.;π. τὴν παροῦσαν ἀρρωστίαν Th.7.47
;ἵνα π. τὸν ὑπάρχοντα καιρὸν ἕκαστα θεωρῆτε D.18.17
, cf. 314, etc.;εἴ τι δεῖ τεκμαίρεσθαι π. τὸν ἄλλον τρόπον Id.27.22
; τοῖς π. ὑμᾶς ζῶσι those who live with your interests in view, Id.19.226;ἐλευθέρου τὸ μὴ π. ἄλλον ζῆν Arist.Rh. 1367a32
;π. τοῦτον πάντ' ἐσκόπουν, π. τοῦτον ἐποιοῦντο τὴν εἰρήνην D.19.63
; τὸ παιδεύεσθαι π. τὰς πολιτείας suitably to them, Arist.Pol. 1310a14; ὁρῶ.. ἅπαντας π. τὴν παροῦσαν δύναμιν τῶν δικαίων ἀξιουμένους according to their power, D.15.28;π. τὰς τύχας γὰρ τὰς φρένας κεκτήμεθα
according to..,E.
Hipp. 701; πὸς τὰς συνθέσις in accordance with the agreements, IG5(2).343.41,60 (Orchom. Arc.); τὸν δικαστὰν ὀμνύντα κρῖναι πορτὶ τὰ μωλιόμενα having regard to the pleadings, Leg.Gort.5.44, cf. 9.30; αἱ ἀρχαὶ.. πρὸς τὰ κατεσκευασμένα σύμβολα σηκώματα ποιησάμεναι after making weights and measures in accordance with, or by reference to, the established standards, IG22.1013.7; π. τὰ στάθμια τὰ ἐν τῷ ἀργυροκοπίῳ as measured by the weights in the mint, ib. 30, cf. PAmh.43.10 (ii B. C.); [Εόλων] ἐποίησε σταθμὰ π. τὸ νόμισμα made (trade-) weights on the basis of (i.e. proportional to) the coinage, Arist.Ath.10.2;ὀρθὸν π. τὸν διαβήτην IG22.1668.9
, cf. 95,7.3073.108 (Lebad., ii B. C.); π. τὸ δικαιότατον in accordance with the most just principle, D.C.Fr.104.6.6 with the accompaniment of musical instruments,π. κάλαμον Pi.O.10(11).84
; π. αὐλόν or τὸν αὐλόν, E.Alc. 346, X.Smp.6.3, etc.;π. λύραν.. ᾄδειν SIG662.13
(Delos, ii B. C.); π. ῥυθμὸν ἐμβαίνειν to step in time, D.S.5.34.7 [full] πρός c.acc. freq. periphr. for Adv., π. βίαν, = βιαίως, under compulsion,νῦν χρὴ.. τινα π. βίαν πώνην Alc.20
(s.v.l.);π. βίαν ἐπίνομεν Ar.Ach.73
;τὸ π. βίαν πίνειν ἴσον πέφυκε τῷ διψῆν κακόν S.Fr. 735
; ἥκω.. π. βίαν under compulsion, Critias 16.10 D.; by force, forcibly, A.Pr. 210, 355, etc.; οὐ π. βίαν τινός not forced by any one, Id.Eu.5 (but also, in spite of any one, S.OC 657);π. τὸ βίαιον A.Ag. 130
(lyr.);π. τὸ καρτερόν Id.Pr. 214
; π. ἀλκήν, π. ἀνάγκαν, Id.Th. 498, Pers. 569 (lyr.);οὐ διαχωρέεει [ἡ γαστὴρ] εἰ μὴ π. ἀνάγκην Hp. Prog.8
,19;π. ἰσχύος κράτος S.Ph. 594
;π. ἡδονὴν εἶναί τινι A.Pr. 494
; π. ἡδονὴν λέγειν, δημηγορεῖν, so as to please, Th.2.65, S.El. 921, D.4.38, cf. E.Med. 773;οἱ πάντα π. ἡδονὴν ἐπαινοῦντες Arist.EN 1126b13
;ἅπαντα π. ἡδ. ζητεῖν D.1.15
, cf. 18.4; λούσασθαι τὸ σῶμα π. ἡδ. as much or little as one like s, Hp.Mul.2.133;πίνειν π. ἡδ. Pl. Smp. 176e
; π. τὸ τερπνόν calculated to delight, Th.2.53; π. χάριν so as to gratify,μήτε π. ἔχθραν ποιεῖσθαι λόγον μήτε π. χ. D.8.1
, cf. S.OT 1152;π. χάριν δημηγορεῖν D.3.3
, etc.: c. gen. rei, π. χάριν τινός for the sake of,π. χ. βορᾶς S.Ant.30
, cf. Ph. 1156 (lyr.);π. ἰσχύος χ.
by means of,E.
Med. 538; π. ὀργήν with anger, angrily, S.El. 369, Th.2.65, D.53.16 (v.l.);π. ὀργὴν ἐλθεῖν τινι Id.39.23
, etc.; π. τὸ λιπαρές importunately, S.OC 1119;π. εὐσέβειαν Id.El. 464
; π. καιρόν seasonably, Id.Aj.38, etc.;π. φύσιν Id.Tr. 308
; π. εὐτέλειαν cheaply, Antiph.226.2; π. μέρος in due proportion, D.36.32;π. ὀλίγον μέρος Gp.2.15.1
; τέτραπτο π. ἰθύ οἱ straight towards him, Il.14.403; π. ὀρθὰς (sc. γωνίας ( .. τῇ AEB at right angles to, Arist.Mete. 373a14, cf. Euc.1.11, Archim.Sph.Cyl.1.3;π. ὀρθὴν τέμνουσα Arist.Mete. 363b2
; π. ἀχθηδόνα, π. ἀπέχθειαν, Luc.Tox.9, Hist.Conscr.38; γυνὴ π. ἀλήθειαν οὖσα in truth a woman, a very woman, Ath.15.687a, cf. Luc. JTr.48, Alex.61: c. [comp] Sup., π. τὰ μέγιστα in the highest degree, Hdt.8.20.8 of Numbers. up to, about, Plb.16.7.5, etc.: cf. πρόσπου.D ABS. AS ADV., besides, over and above; in Hom. always π. δέ or ποτὶ δέ, Il.5.307, 10.108, al., cf. Hdt.1.71, etc.; π. δὲ καί ib. 164, 207;π. δὲ ἔτι Id.3.74
;καὶ π. Id.7.154
, 184, prob. in A.Ch. 301, etc.;καὶ π. γε E.Hel. 110
, Pl.R. 328a, 466e;καὶ.. γε π. A.Pr.73
;καὶ δὴ π. Hdt.5.67
; freq. at the end of a second clause,τάδε λέγω, δράσω τε π. E.Or. 622
;ἀλογία.., καὶ ἀμαθία γε π. Pl.Men. 90e
, cf. E.Ph. 610;ἐνενήκοντα καὶ μικρόν τι π. D.4.28
, cf. 22.60.E IN COMPOS.,I motion towards, as προσάγω, προσέρχομαι, etc.II addition, besides, as προσκτάομαι, προσδίδωμι, προστίθημι, etc.III a being on, at, by, or beside: hence, a remaining beside, and metaph. connexion and engagement with anything, as πρόσειμι, προσγίγνομαι, etc.F REMARKS,1 in poetry πρός sts. stands after its case and before an attribute,ποίμνας βουστάσεις τε π. πατρός A.Pr. 653
, cf. Th. 185, S.OT 178 (lyr.), E.Or.94; ἄστυ πότι (or ποτὶ)σφέτερον Il.17.419
, cf. Pi.O.4.5.2 in Hom. it is freq. separated from its Verb by tmesis. -
20 μέν
1 where μέν is merely an emphatic particle, and is not balanced by δέ or another particle.a emphasising a demonstrative, not in nom., which refers back to a word in (esp. subject of) a preceding sentence.ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη· τῷ μὲν εἶπε O. 1.75
οὐδ' ἀκράντοις ἐφάψατο ἔπεσι· τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86
μαντεύσατοδ' ἐς θεὸν ἐλθών. τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας εἶπε O. 7.32
Γλαῦκον τρόμεον Δαναοί. τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60
( ὄρος)τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν γείτονα P. 1.30
πατήρ. τῷ μὲν εἰ κατέβαν ὑγίειαν ἄγων P. 3.72
δεσπόταν· τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσει P. 4.53
ὣς φάτο· τὸν μὲν ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120
( δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες).τῶν μὲν κλέος P. 4.174
Κυράναν· ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18
γαμβρὸς Ἥρας. τῷ μὲν δαῖτα πορσύνοντες ἀστοὶ I. 4.61
( Αἰακὸν)τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24
( Ἀχιλεύς)τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56
( καὶ κεῖνος)τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65
Ὕλλου τε καὶ Αἰγιμιοῦ · τῶν (Hermann: τὰ cod.)μὲν ὑπὸ στάθμᾳ νέμονται I. 9.4
cf. fr. 140b. 16.b emphasising adv., esp. temporal.νῦν μὲν αὐτῷ γέρας Ἀλκιμέδων O. 8.65
μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85
σάμερον μὲν χρή P. 4.1
αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν N. 5.25
ὃς τότε μὲν βασιλεύων κεῖθι N. 9.11
( Διόσκουροι)μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι N. 10.54
adv. phrase, “τὸ μὲν ἐμόν, Πηλέι γέρας θεόμορον ὀπάσσαι γάμου Αἰακίδᾳ” I. 8.38c emphasising verb.ἐπέγνω μὲν Κυράνα P. 4.279
d where the balancing thought is,I suppressed.παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν Λίνδον τε O. 7.73
τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι (v. also μέν τε) P. 11.46ξανθὸς δ' Αχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις, παῖς ἐὼν ἄθυρε μεγάλα ἔργα N. 3.43
πρῶτον μὲν fr. 30. 1.II not expressed in coordinated clause.ἤδη γὰρ αὐτῷ, πατρὶ μὲν βωμῶν ἁγισθέντων, διχόμηνις ἀντέφλεξε Μήνα O. 3.19
τοὺς μὲν ὦν P. 3.47
τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῷ φέρειν ἀλλ' ἀγαθοί, τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83
e contrasting with what precedes, not what follows. ἄγγελος ἔβαν πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο. δύο μὲν Κρονίου πὰρ τεμένει, παῖ, σέ τ' ἐνόσφισε καὶ Πολυτιμίδαν κλᾶρος προπετὴς ἄνθἐ Ὀλυμπιάδος ( μὰν coni. Wil.) N. 6.61 esp.,ἀλλὰ μέν, ἀλλ' ἐπεύξασθαι μὲν ἐγὼν ἐθέλω Ματρί P. 3.77
“ ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσον” P. 4.154f dub. & fragg. [ ἀγαθοῖς μὲν (Schr.: ἀγαθοῖσιν codd.) N. 11.17]ἐγὼ μὲν ὑπὲρ χθονὸς Pae. 8.14
]ἔνθεν μὲν αρ[ Πα. 13a. 22. ]α μὲν γὰρ εὔχομαι[ Pae. 16.3
ἔνθεν μὲν fr. 59. 11. πρόσθα μὲν fr. 70. 1. πρὶν μὲν ἕρπε Δ. 2. 1. μὲν στάσις[ Δ. 3. 3. ]φθίτο μὲν γα[ Δ. 4e. 8. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον fr. 82. κείνῳ μὲν fr. 92. Λάκαινα μὲν fr. 112. δελφῖνος, τὸν μὲν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161. φθέγμα μὲν πάγκοινον ἔγνωκας fr. 188. πανδείματοι μὲν fr. 189. ἴσον μὲν fr. 224. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242. ] υν μὲν θεο[ ?fr. 337. 11. στῆναι μὲν οὐ θέμις οὐδὲ παύσασθαι φορᾶς ?fr. 358.g γε μέν, v. 4.2 μέν δέ.a where sentences are opposed.ἐμοὶ μὲν τὺ δὲ O. 1.84
θανόντων μὲν ἐνθάδ' τὰ δ ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ O. 2.57
παρὰ μὲν τιμίοις τοὶ δὲ O. 2.65
τὸν μὲν λεῖπε χαμαί· δύο δὲ ἐθρέψαντο δράκοντες O. 6.44
τὰ μὲν ἐκ θεοῦ δ O. 11.8
κελαδέοντι μὲν σὲ δ P. 2.15
—8.νεότατι μὲν βουλαὶ δὲ πρεσβύτεραι P. 2.63
—5.τόδε μὲν μέλος ὑπὲρ πολιᾶς ἁλὸς πέμπεται· τὸ Καστόρειον δ' θέλων ἄθρησον P. 2.67
τῷ μὲν Ἀπόλλων · ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ P. 4.66
τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν P. 4.86
“ἀλλὰ τούτων μὲν κεφάλαια λόγων ἴστε. λευκίππων δὲ δόμους πατέρων φράσσατέ μοι” P. 4.116μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής P. 5.95
μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι· ταύτας δὲ μή ποτε τιμᾶς ἀμείρειν γονέων βίον πεπρωμένον P. 6.23
ὁ μὲν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (contra Wil., 467.) P. 10.11—2.οἱ μὲν πάλαι, νῦν δ I. 2.1
—9.ἀλλ' ὀνοτὸς μὲν ἰδέσθαι, συμπεσεῖν δ ἀκμᾷ βαρύς I. 4.50
—1.ἀλλ' ἐμοὶ δεῖμα μὲν παροιχόμενον καρτερὰν ἔπαυσε μέριμναν. τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.11
“ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε· βροτέων δὲ λεχέων τυχοῖσα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντ' ἐν πολέμῳ” I. 8.35 καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι· εἰ δέ τις ἀνθρώποισι θεόσδοτος ἀτληκηκοτας προστύχῃ, ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν fr. 42. 3—5. ἀλλὰ [ βαρεῖα μὲν] ἐπέπεσε μοῖρα· τλάντων δ' ἔπειτα Πα. 2.. ταῦτα θεοῖσι μὲν πιθεῖν σοφοὺς δυνατόν, βροτοῖσιν δ ἀμάχανον εὑρέμεν Πα... τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ] ὦ Μοῖσαι, τοῦ δὲ παντεχ[ ] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Πα... χάλκεοι μὲν τοῖχοι χρύσεαι δ ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον κηληδόνες Πα... Κρῆτα μὲν καλέοντι τρόπον, τὸ δ ὄργανον Μολοσσόν *fr. 107b. 2.* σῶμα μὲν πάντων ἕπεται θανάτῳ περισθενεῖ, ζωὸν δ' ἔτι λείπεται αἰῶνος εἴδωλον fr. 131b. 1.b where sentences are joined.ζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις Σεμέλα. λέγοντι δ' ἐν καὶ θαλάσσᾳ βίοτον ἄφθιτον Ἰνοῖ τετάχθαι O. 2.25
— 30.Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ Πυθῶνι δ O. 2.48
—9.τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασέν τε Μοίρας. ἧλθεν δ ὑπὸ σπλάγχνων Ἴαμος O. 6.41
κείνοισι μὲν ( κείνοις ὁ μὲν coni. Mingarelli) —.αὐτὰ δὲ O. 7.49
—50.Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε, τὸ δὲ κύκλῳ πέδον ἔθηκε δόρπου λύσιν O. 10.45
—7.εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι, καμάτων δ' ἐπίλασιν παράσχοι P. 1.46
τοὶ μὲν ἀλλάλοισιν ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ· ἀνὰ δ' ἡμιόνοις Πελίας ἵκετο P. 4.93
—4.ὀρφανίζει μὲν, ἔμαθε δ P. 4.283
—4. τὸ μὲν ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸςαἰδοιότατον γέρας. μάκαρ δὲ καὶ νῦν P. 5.15
—20.πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται νικαφόροις ἐν ἀέθλοις. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25
—8.τοιαῦτα μὲν ἐφθέγξατ' Ἀμφιάρηος. χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω P. 8.55
—6.τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας, οἴκοι δὲ πρόσθεν ἁρπαλέαν δόσιν ἐπάγαγες P. 8.64
ποτὶ γραμμᾷ μέν αὐτὰν στᾶσε κοσμήσαις τέλος ἔμμεν ἄκρον, εἶπε δ P. 9.118
—9. θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας. ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο (others join μέν with τ v. 33) P. 11.31—4.ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα, πειρᾶτο δὲ πρῶτον μάχας N. 1.43
ἐν Τροίᾳ μὲν Ἕκτωρ Αἴαντος ἄκουσεν. ὦ Τιμόδημε, σὲ δ' ἀλκὰ παγκρατίου τλάθυμος ἀέξει N. 2.14
ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν μείς τ' ἐπιχώριος. ἅλικας δ ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ N. 5.44
—5.καὶ ταῦτα μὲν παλαιότεροι ὁδὸν ἀμαξιτὸν εὗρον. ἕπομαι δὲ καὶ αὐτός N. 6.53
—4.χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν. τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα, μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν N. 8.42
πεῖραν μὲν ἀγάνορα Φοινικοστόλων ἐγχέων ἀναβάλλομαι ὡς πόρσιστα, μοῖραν δ' εὔνομον αἰτέω N. 9.28
—9.τὰν μέν ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ' ἐς νᾶσον Οἰνοπίαν ἐνεγκὼν κοιμᾶτο I. 8.19
—21. καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ]ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Πα. 2.. χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας δρακείς, ὃς μὴ ποθῷ κυμαίνεται, κεχάλκευται (Hermann: με codd.) fr. 123. 1. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἀπὸ μὲν λευκὸν γάλα χερσὶ τραπεζᾶν ὤθεον, αὐτόματοι δ' ἐπλάζοντο fr. 166. 3.c where subordinate clauses are joined.εἰ δ' ἀριστεύει μὲν ὕδωρ, κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος O. 3.42
ἐκέλευσεν δ' αὐτίκα χρυσάμπυκα μὲν Λάχεσιν χεῖρας ἀντεῖναι θεῶν δ ὅρκον μέγαν μὴ παρφάμεν O. 7.64
—5. ( φόρμιγξ) τᾶς ἀκούει μὲν βάσις, πείθονται δἀοιδοὶ σάμασιν P. 1.2
—3.τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί. ποταμοὶ δὲ P. 1.21
—2.τῶ σε μὴ λαθέτω, Κυράνα, παντὶ μὲν θεὸν αἴτιον ὑπερτιθέμεν, φιλεῖν δὲ Κάρρωτον P. 5.25
—6. ( πάρφασις)ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34
d where parts of sentences are opposed or joined.ὃς σε μὲν Νεμέᾳ πρόφατον, Ἀλκιμέδοντα δὲ πὰρ Κρόνου λόφῳ θῆκεν Ὀλυμπιονίκαν O. 8.16
αἴνει δὲ παλαιὸν μὲν οἶνον, ἄνθεα δ' ὕμνων νεωτέρων O. 9.48
—9.τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι P. 1.26
πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26
ὅσσους μὲν ἐν χέρσῳ κτανών, ὅσσους δὲ πόντῳ θῆρας ἀιδροδίκας N. 1.62
οἶον αἰνέων κε Μελησίαν ἔριδα στρέφοι ῥήματα πλέκων, ἀπάλαιστος ἐν λόγῳ ἕλκειν, μαλακὰ μὲν φρονέων ἐσλοῖς, τραχὺς δὲ παλιγκότοις ἔφεδρος N. 4.95
—6.Αἰακόν, ἐμᾷ μὲν πολίαρχον εὐωνύμῳ πάτρᾳ, Ἡράκλεες, σέο δὲ προπράον' ἔμμεν ξεῖνον ἀδελφεόν τ N. 7.85
ὥρα πότνια τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις, ἕτερον δὲ ἑτέραις N. 8.3
τρὶς μὲν, τρὶς δὲ N. 10.27
—8. “ ἥμισυ μὲν ἥμισυ δ” N. 10.87—8.ἀνὰ δ' ἔλυσεν μὲν ὀφθαλμόν, ἔπειτα δὲ φωνὰν χαλκομίτρα Κάστορος N. 10.90
ἀλλ' ἐπέρα ποτὶ μὲν Φᾶσιν θερείαις, ἐν δὲ χειμῶνι πλέων Νείλου πρὸς ἀκτάν I. 2.41
κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν, αὐτὸν δὲ τρίτον fr. 171. πολλοῖς μὲν ἐνάλου ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ( δὲ πολλοῖς Duebner: πολλάκις codd.) ?fr. 357.e explicative, distributive.ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ὕδωρ δ' ἄλλα φέρβει O. 2.72
γλαυκοὶ δὲ δράκοντες τρεῖς, οἱ δύο μὲν κάπετον, εἷς δ O. 8.38
, cf. O. 13.58, P. 2.48διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον P. 4.179
Κάδμου κόραι, Σεμέλα μὲν Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτις, Ἰνὼ δὲ Λευκοθέα P. 11.1
φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιοτὰνλαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55
“ἀλλ' ἄγε τῶνδέ τοι ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμ· εἰ μὲν, εἰ δὲ N. 10.83
—5.ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν καὶ παρ' Εὐρώτᾳ πέλας, Ἰφικλέος μὲν παῖς Τυνδαρίδας δὲ I. 1.30
I μέν δέ δέ — (δέ..) στάδιον μὲν ἀρίστευσεν. ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν. Δόρυκλος δὲ. ἂν ἵπποισι δὲ. μᾶκος δὲ. ἐν δ — O. 10.64ἐγγὺς μὲν Φέρης. ἐκ δὲ Μεσσάνας Ἀμυθάν. ταχέως δ' Ἄδματος ἶκεν καὶ Μέλαμπος P. 4.125
—6. κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται γλῶσσάν τε· θάρσος δὲ (δὲ Schneidewin: τε codd.)—.ἀγωνίας δ P. 5.109
—113.ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι, μία δ'. δύο δ P. 7.13
—6.ἡσυχία δὲ φιλεῖ μὲν συμπόσιον· νεοθαλὴς δ' αὔξεται μαλθακᾷ νικαφορία σὺν ἀοιδᾷ· θαρσαλέα δὲ παρὰ κρατῆρα φωνὰ γίνεται N. 9.48
μακρὰ μὲν. πολλὰ δ'. οὐδ Ὑπερμήστρα. Διομήδεα δ. γαῖα δ N. 10.4
τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι. ὅσσα δ'. ἀνορέαις δ I. 4.7
—11.ἐν μὲν Αἰτωλῶν θυσίαισι φαενναῖς Οἰνείδαι κρατεροί, ἐν δὲ Θήβαις ἱπποσόας Ἰόλαος γέρας ἔχει, Περσεὺς δ' ἐν Ἄργει Κάστορος δ αἰχμὰ Πολυδεύκεός τ ἐπ Ἐὐρώτα ῥεέθροις. ἀλλ ἐν Οἰνώνᾳ I. 5.30
—4.τὸν μὲν ἄνδωκε δ'. ὁ δ I. 6.37
—41.ἵπποι μὲν ἀθάναται Ποσειδᾶνος ἄγοντ' Αἰακ[ ] Νηρεὺς δ ὁ γέρων ἕπετα[ι ] πατὴρ δὲ Κρονίων μολ[ Pae. 15.2
σεμνᾷ μὲν κατάρχει. ἐν δὲ κέχλαδεν. ἐν δὲ Ναίδων. ἐν δ Δ. 2.. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου, φοινικορόδοις δ ἐνὶ λειμώνεσσι (δ supp. Bergk: τ Boeckh) Θρ.. 1. τεῖρε δὲ στερεῶς ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχυν, τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 30—2. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιότα. τέρπεται δὲ καί τις fr. 221.II in paratactic climax. ἄριστον μὲν ὕδωρ, ὁ δὲ χρυσὸς, εἰ δ' ἄεθλα (cf. O. 3.45) O. 1.1—3.ἐμοὶ μὲν ὦν, ἐπ' ἄλλοισι δὲ, τὸ δ ἔσχατον O. 1.111
—3.Πίσα μὲν Διός. Ὀλυμπιάδα δὲ. Θήρωνα δὲ O. 2.3
πολλὰ μὲν, πολλὰ δ'. ἅπαν δ εὑρόντος ἔργον O. 13.14
ἀρέομαι πὰρ μὲν Σαλαμῖνος, ἐν Σπάρτᾳ δ', παρὰ δὲ τὰν εὔυδρον ἀκτὰν Ἱμέρα P. 1.76
πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ[ ]δαιδάλλοισ' ἔπεσιν, τὰ δ α[ ] Ζεὺς οἶδ, ἐμὲ δὲ πρέπει Παρθ. 2. 31. ἀπὸ Ταυγέτοιο μὲν. Σκύριαι δ. ὅπλα δ ἀπ Ἄργεος, ἅρμα Θηβαῖον, ἀλλ ἀπὸ Σικελίας fr. 106. ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δ' Ὑμέναιον. ἁ δ Ἰάλεμον υἱὸν Οἰάγρου λτ;δὲγτ; Ὀρφέα (δὲ supp. Wil.) *qr. 3. 6.—10IIIμέν. νῦν αὖτε δὲ. ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον νῦν αὖτε Ἰσθμοῦ. εἴη δὲ τρίτον σωτῆρι πορσαίνοντας Ὀλυμπίῳ I. 6.3—7.g ὁ μέν ὁ δέ — ( ὁ δέ).ἀλλ' ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37
—41.τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23
ἐδόκησαν ἐπ' ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58
ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω, τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48
δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι P. 2.65
τὸν μὲν ἁ δ P. 3.8
—12.ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας ἢ γυίοις περάπτων παντόθεν φάρμακα, τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.51
τὸν μὲν τοῦ δὲ P. 3.97
—100.τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.43
Κάστορος βίαν σέ τε, ἄναξ Πολύδευκες, υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου P. 11.63
ἀλλ' ἔσται χρόνος οὗτος, ὃ καί τιν ἀελπτίᾳ βαλὼν ἔμπαλιν γνώμας τὸ μὲν δώσει, τὸ δ οὔπω P. 12.32
τοὶ μὲν ὁ δ N. 1.41
διείργει δὲ πᾶσα κεκριμένα δύναμις, ὡς τὸ μὲν οὐδὲν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3
ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας N. 10.55
ἀλλὰβροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον. τὸν δ' αὖ παρέσφαλεν καλῶν θυμὸς ἄτολμος ἐών N. 11.29
ἁ μὲν ἁ δ' ἁ δ Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται, παρὰ δέ σφισιν εὐανθὴς ἅπας τέθαλεν ὄλβος Θρ. 7. 6—7. irregularly coordinated,τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43
, cf. P. 3.51h with anaphora.πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ O. 13.14
πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ (Boeckh: μιν codd.) P. 9.123ὅσσους μὲν ὅσσους δὲ N. 1.62
ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8
τρὶς μὲν τρὶς δὲ N. 10.27
ἥμισυ μὲν ἥμισυ δὲ N. 10.87
εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι εὖ δ' ἑταίρους N. 11.3
—4.πολλὰ μὲν πολλὰ δὲ N. 11.6
—7.χρὴ μὲν ὑμνῆσαι τὸν ἐσλόν, χρὴ δὲ κωμάζοντ' ἀγαναῖς χαρίτεσσιν βαστάσαι I. 3.7
—8.ἀγαπᾶται, μέτρα μὲν γνώμᾳ διώκων, μέτρα δὲ καὶ κατέχων I. 6.71
διαγινώσκομαι μὲν, γινώσκομαι δὲ καὶ Pae. 4.22
ἐντὶ μὲν. ἐντὶ [δὲ καὶ] (supp. Wil.) Θρ. 3. 1. οἶδε μὲν βίου τελευτάν, οἶδεν δὲ διόσδοτον ἀρχάν fr. 137. 1.i where the μέν cl. has concessive force.σοφίαι μὲν αἰπειναί· τοῦτο δὲ προσφέρων O. 9.107
κώμῳ μὲν ἁδυμελεῖ Δίκα παρέστακε· θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω P. 8.70
ἦ τιν' ἄγλωσσον μέν, ἦτορ δ ἄλκιμον, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει N. 8.24
cf.μὲν ἀλλά P. 4.139
; P. 6.23k indicating comparison.λέγεται μὰν Ἕκτορι μὲν κλέος ἀνθῆσαι Σκαμάνδρου χεύμασιν ἀγχοῦ, βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ ἀκταῖς Ἑλώρου δέδορκεν παιδὶ τοῦθ Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ N. 9.39
l where μέν and δὲ clauses are irregularly balanced.Ἱέρωνος ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον δρέπων μὲν κορυφὰς ἀρετᾶν ἄπο πασᾶν, ἀγλαίζεται δὲ καὶ μουσικᾶς ἐν ἀώτῳ O. 1.13
οἱ ὤπασε θησαυρὸν δίδυμον μαντοσύνας, τόκα μὲνφωνὰν ἀκούειν, εὖτ' ἂν δὲ Ἡρακλέης κτίσῃ, τότ αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν O. 6.66
ὃς τύχᾳ μὲν δαίμονος, ἀνορέας δ' οὐκ ἀμπλακὼν O. 8.67
πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δὲ O. 12.11
οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ, Σίσυφον μὲν πυκνότατον παλάμαις ὡς θεόν, καὶ τὰν Μήδειαν. τὰ δὲ καί ποτ ἐν ἀλκᾷ ἐδόκησαν ἐπ ἀμφότερα μαχᾶν τάμνειν τέλος O. 13.52
—5. πρύτανι κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ. εἰ δέ τις (v. G. P., 374) P. 2.58διψῇ δὲ πρᾶγος ἄλλο μὲν ἄλλου, ἀεθλονικία δὲ μάλιστ' ἀοιδὰν φιλεῖ N. 3.6
—7.ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε πλαγχθέντες δ εἰς Ἐφύραν ἵκοντο N. 7.37
χαίρω δὲ πρόσφορον ἐν μὲν ἔργῳ κόμπον ἱείς, ἐπαοιδαῖς δ' ἀνὴρ νώδυνον καί τις κάματον θῆκεν N. 8.48
—9 cf. N. 9.48ἄνδρα δ' ἐγὼ μακαρίζω μὲν πατέῤ Ἀρκεσίλαν. εἰ δέ τις N. 11.11
“λίσσομαι παῖδα θρασὺν ἐξ Ἐριβοίας ἀνδρὶ τῷδε τελέσαι, τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” I. 6.47—9.μάτρωί θ' χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν, τιμὰ δ ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται I. 7.25
—6. σὲ δ' ἐγὼ παρά μιν αἰνέω μέν, Γηρυόνα, τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον σιγῷμι πάμπαν fr. 81 ad Δ. 2. πόλιν ἀμφινέμονται, πλεῖστα μὲν δῶρ' ἀθανάτοις ἀνέχοντες, ἕσπετο δ αἰενάου πλούτου νέφος fr. 119. 3.m μέν δέ combined with other particles.Iμὲν ὦν δέ. ἀρούραισιν, αἵτ ἀμειβόμεναι τόκα μὲν ὦν βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν, τόκα δ αὖτ ἀναπαυσάμεναι σθένος ἔμαρψαν N. 6.10
cf. O. 1.111II γε μὲνδέ, opposing two connected thoughts to what precedes; v. 4. infra. (Fortune, you guide ships and wars and councils).αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω ψεύδη μεταμώνια τάμνοισαι κυλίνδοντ ἐλπίδες. σύμβολον δ οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν εὗρεν θεόθεν O. 12.5
ὕπατον δ' ἔσχεν Πίσα Ἡρακλέος τεθμόν. ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώ-μασαν· γαίᾳ δὲ καυθείσᾳ πυρὶ καρπὸς ἐλαίας ἔμολεν N. 10.33
n fragg. τὶν μὲν [πά]ρ μιν[ ] ἐμὶν δὲ πὰ[ρ] κείνοι[ς Πα. 1. 1. λίγεια μὲν Μοῖσ' ἀφα [ ] μνάσει δὲ καί τινα Πα. 14. 32—5.3 μέν balanced with particles other than δέ.a μέν ἀλλά lang=greek>Iτὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος, φωνᾶεν Ὀλυμπίᾳ ἄρκεσε. ἀλλὰ νῦν O. 9.1
λέγοντι μὰν χθόνα μὲν κατακλύσαι μέλαιναν ὕδατος σθένος, ἀλλὰ ἀνάπωτιν ἐξαίφνας ἄντλον ἑλεῖν O. 9.50
ποταμοὶ δ' ἁμέραισιν μὲν προχέοντι ῥόον καπνοῦ αἴθων· ἀλλ ἐν ὄρφναισιν P. 1.22
ἀσθενεῖ μὲν χρωτὶ βαίνων, ἀλλὰ μοιρίδιον ἦν P. 1.55
“ ἐντὶ μὲν θνατῶν φρένες ὠκύτεραι κέρδος αἰνῆσαι ἀλλ' ἐμὲ χρὴ καὶ σὲ” P. 4.139ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272
πολλὰ μὲν ἀρτιεπὴς γλῶσσά μοι τοξεύματ' ἔχει. ἀλλ ὅμως καύχαμα κατάβρεχε σιγᾷ I. 5.46
—52, cf. fr. 106.II μέν ἀλλά δέ δέ, in enumeration.παρὰ μὲν ὑψιμέδοντι Παρνασσῷ τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν, ἀλλὰ Κορινθίων ὑπὸ φωτῶν ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη, ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι N. 2.19
—24.b μέν τε.Iχαίταισι μέν ζευχθέντες ἔπι στέφανοι πράσσοντί με τοῦτο χρέος, ἅ τε Πίσα O. 3.6
ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα, πρῶτον μὲν κελαδῆσαι, γνῶναί τ' ἔπειτ O. 6.88
ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ' ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12
βλάστε μὲν ἐξ ἁλὸς ὑγρᾶς νᾶσος, ἔχει τέ μιν ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατήρ O. 7.69
τίμα μὲν δίδοι τε O. 7.88
παρέσταν μὲν ἄρα Μοῖραι σχεδὸν ὅ τ' ἐξελέγχων χρόνος O. 10.52
αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μέν ὅτι, ὅτι τε P. 2.31
ὁ θεῖος ἀνὴρ πρίατο μὲν θανάτοιο κομιδὰν πατρός, ἐδόκησέν τε P. 6.39
ὀφείλει δ' ἔτι θαμὰ μὲν Ἰσθμιάδων δρέπεσθαι κάλλιστον ἄωτον ἐν Πυθίοισί τε νικᾶν Τιμονόου παῖδ N. 2.9
ἦ μὰν ἀνόμοιά γεδᾴοισι ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30
—1. τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ Δ.. 3. γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων μελπόμενοι γυναικῶν τε Καδμειᾶν fr. 75. 11.II μέν τε — ( και/τε.), in enumeration.μιν αἰνέω μάλα μὲν τροφαῖς ἑτοῖμον ἵππων χαίροντά τε καὶ πρὸς ἡσυχίαν τετραμμένον O. 4.14
—6.εἰ δ' εἴη μὲν Ὀλυμπιονίκας βωμῷ τε ταμίας συνοικιστήρ τε, τίνα κεν φύγοι ὕμνον O. 6.4
κτεῖνε μὲν κλέψεν τε ἔν τ P. 4.249
—51.III irregularly coordinated.ἀλλ' ἐγὼ Ἡροδότῳ τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας, ἁνία τ ἀλλοτρίαις οὐ χερσὶ νωμάσαντ ἐθέλω ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ I. 1.14
αἰδοῖος μὲν ἧν ἀστοῖς ὁμιλεῖν, ἱπποτροφίας τε νομίζων ἐν Πανελλάνων νόμῳ. καὶ θεῶν δαῖτας προσέπτυκτο πάσας I. 2.37
ἐμὲ δὲ πρέπει παρθενήια μὲν φρονεῖν γλώσσᾳ τε λέγεσθαι *parq. 2. 34.d uncertain exx. ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν ποταμόν τε ὤανον ἐγχωρίαν τε λίμναν καὶ σεμνοὺς ὀχετούς, Ἵππαρις οἶσιν ἄρδει στρατόν, κολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος ( κολλᾷ τε cum ἄρδει, Σ; cum ἀείδει μὲν Hermann) O. 5.10—2. [ μὲν — (coni. Hartung: μιν codd.: ὔμμιν de Jongh) τε (v. l. δέ) O. 11.17—9.] [κρέσσονα μὲν. θάρσος τε — (codd.: δὲ Schneidewin),ἀγωνίας δ P. 5.109
—13.] [ θάνεν μὲν μάντιν τ ( θάνεν μὲν cum ὁ δ' ἄρα v. 34, edd. vulg.) P. 11.31—33.] [τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι Ὀλυμπίᾳ ἀγώνων πολυφάτων ἔσχον θοὰν ἀκτῖνα σὺν ἵπποις, Πυθοῖ τε ἤλεγξαν Ἑλλανίδα στρατιὰν ὠκύτατι ( Ὀλυμπίᾳ τ codd., edd.: τ del. Pauw: Ὀλυμπίαθ Maas) P. 11.46] [ μὲν (codd.: ἔμμεν Turyn) N. 7.86] [ μὲν τε (v. l. δ.) Θρ. 7. 1—5.]cμὲν γε μάν. νῦν δ' ἔλπομαι μέν, ἐν θεῷ γε μὰν τέλος O. 13.104
d μὲν αὖτε. ( θεός)ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων, τότ' αὖθ ἑτέροις ἔδωκεν μέγα κῦδος P. 2.89
, cf. I. 6.3—7.eμέν ἀτάρ. οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων αὐτὸς P. 4.168
Ἀπόλλωνι μὲν θ[εῶν] ἀτὰρ ἀνδρῶν Ἐχεκ[ρά]τει ?fr. 333a. 4.f μέν καί καί. cf. 1. b supra. πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ Τρώιον ἂμ πεδίον, καὶ μετὰ ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν καὶ εἷλε Μήδειαν fr. 172. 3—6.4 γε μέν, yet cf. 2. m. β supra. “ νῦν γε μὲν” (byz.: μάν codd.) P. 4.50 τίν γε μέν (cf. G. P., 387) N. 3.83
- 1
- 2
См. также в других словарях:
λανθάνω — και λαθαίνω (AM λανθάνω, Α και λήθω, Μ και λαθαίνω και λαθάνω) 1. διαφεύγω την προσοχή κάποιου, μένω απαρατήρητος (α. «λάθε δ Ἕκτορα», Ομ. Ιλ. β. «οὐδέ με λήθεις, ὅτι θεῶν τίς σ ἦγε», Ομ. Ιλ.) 2. φρ. «λάθε βιώσας» να ζεις διακριτικά χωρίς να… … Dictionary of Greek
λυμαίνω — (AM λυμαίνω) [λύμη] μέσ. λυμαίνομαι επιφέρω όλεθρο, προξενώ φθορά, βλάπτω, καταστρέφω, ρημάζω (α. «οι ληστές λυμαίνονταν την ύπαιθρο» β. «τὴν ἀκρίδα τὴν λυμαινομένην ἡμῶν τοὺς καρπούς», Συνέσ. γ. «οὐχ ὁ θεὸς τὸ σῶμα λυμαίνεται, ἀλλ ἡ νοῡσος»,… … Dictionary of Greek
εναντίον — και εναντίο και ενάντιο(ν) (AM ἐναντίον Μ και ἐναντίο και ἐνάντιο[ν]) επίρρ. 1. (με εχθρ. διάθ.) κατά κάποιου («και θανάσιμο τινάζεις εναντίο τους κεραυνό», Σολωμ.) 2. αντίθετα με κάποιον ή με κάτι 3. σε αντίθετη κατεύθυνση, κόντρα σε κάποιον ή… … Dictionary of Greek
παρεγγυώ — άω, ΜΑ 1. συνιστώ, υποδεικνύω (α. «τοῡτ ἐγὼ παρεγγυῶ», Μένανδρ. β. «εἰρἡνην ἡμῑν παρεγγυᾷ», Επιφάν.) 2. διατάσσω, εκδίδω εντολή (α. «καθὼς ὁ Νόμος παρεγγυᾷ», Γρηγ. Νύσ. β. «ταῡτα παρηγγύα πρός τινα», Άννα Κομν.) μσν. υποδεικνύω, υποδηλώνω αρχ. 1 … Dictionary of Greek
θέμις — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν Τιτανίδα, κόρη της Γαίας και του Ουρανού, προσωποποίηση του θείου δικαίου, του νόμου και της τάξης. Συγκαταλέγεται (ύστερα από τη Μήτι και πριν από την Ήρα) μεταξύ των συζύγων του Δία, του εγγυητή όλων των κανόνων που… … Dictionary of Greek
φιλώ — (I) άω, Ν βλ. φιλώ (II). (II) φιλῶ, έω, ΝΜΑ, και φιλώ, άω, και μέσ. φιλιούμαι και φιλιέμαι, Ν, και αιολ. τ. φίλημμι και βοιωτ. τ. φίλειμι Α [φίλος] 1. δίνω φιλί, ασπάζομαι (α. «τὸν αγκάλιασε και τὸν φίλησε» β. «φιλεῑν κατὰ τὸ στόμα», Ανθ. Παλ.) 2 … Dictionary of Greek
PEREGRINUS — I. PEREGRINUS Consul cum Aemiliano, an. Urb. Cond. 99. II. PEREGRINUS Guilielmus, vide ibi. III. PEREGRINUS Landenbergius, ab Albesto Imperatore Underwaldiis praefectus impositus, Henricô Melchtaliô duriter habitô, quippe cui oculos eruit,… … Hofmann J. Lexicon universale
προσεπιλαμβάνω — Α [ἐπιλαμβάνω] 1. περιλαμβάνω, δένω κάτι με κάτι άλλο («προσεπιλαμβάνω ταινίῃ τὸν βραχίονα περὶ τὶ στῆθος περιδέοντα», Ιπποκρ.) 2. λαμβάνω, απαιτώ κάτι περισσότερο 3. καταλαμβάνω επί πλέον («ἀπὸ δὲ τῶν δύσεων λίμνῃ προσεπιλαμβανούσῃ καὶ τοῡ πρὸς… … Dictionary of Greek
Μύλιττα — Θεότητα των Ασσυρίων, προς τιμή της οποίας κάθε γυναίκα της Βαβυλώνας, έπρεπε μια φορά στη ζωή της να αφιερωθεί στον ναό της και να προσφέρει το σώμα της σε έναν «ξείνον» άνδρα. Ο τελευταίος αυτός με τη φράση «επικαλέω τοι την θεάν Μύλιττα»,… … Dictionary of Greek